Για τις ελληνικές επιχειρήσεις, η ανάγκη δημιουργίας ενός αποτελεσματικού μοντέλου πρέπει να αφορά όχι μόνο τη μείωση του κόστους, αλλά την οικοδόμηση ενός βιώσιμου, ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε μια ολοένα και πιο παγκοσμιοποιημένη αγορά. Κύριο μέλημα της ελληνικής μικρομεσαίας οικογενειακής επιχείρησης πρέπει να είναι η οικονομική σταθερότητα και βιωσιμότητα. Δεδομένων των οικονομικών προκλήσεων που αντιμετώπισε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοπιστωτικής κρίσης και των επακόλουθων μέτρων λιτότητας, οι οικογενειακές επιχειρήσεις επικεντρώνονται κυρίως στη διατήρηση σταθερών ταμειακών ροών και στη διασφάλιση μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας. Είναι συχνά πιο απρόθυμοι να ρισκάρουν, δίνοντας προτεραιότητα στην επιβίωση της επιχείρησης έναντι της επιθετικής επέκτασης ή καινοτομίας. Οι καιροί όμως αλλάζουν ραγδαία και μαζί πρέπει να αλλάζουν και οι επιχειρήσεις , αν θέλουν να επιβιώνουν.
Τα «αγκάθια» μιας μικρομεσαίας επιχείρησης μπορούν να συνοψιστούν στα παρακάτω:
Η διασφάλιση ότι υπάρχει αρκετή ρευστότητα για την κάλυψη των καθημερινών λειτουργιών , η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας , τη διασφάλιση της οικονομικής συνέχειας στην επόμενη γενιά , την δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση , την ελληνική γραφειοκρατία και γενικά το δαιδαλώδες ρυθμιστικό περιβάλλον και κυρίως την διατήρηση των πελατών. Όλα τα παραπάνω είναι καθημερινά ζητήματα που ζητούν απαντήσεις και απαιτούν την ύπαρξη ενός καλά οργανωμένου επιχειρηματικού μοντέλου. Τα τελευταία χρόνια ακούμε συνεχώς τον όρο «βιώσιμη ανάπτυξη». Δυστυχώς , όπως και πολλές άλλες τάσεις , στην Ελλάδα , τις υιοθετούμε ετεροχρονισμένα σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο.
Ως χώρα που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, ο οποίος αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος του ΑΕΠ της, η Ελλάδα αντιμετωπίζει αυξανόμενη πίεση να εξισορροπήσει την οικονομική ανάπτυξη με την προστασία του περιβάλλοντος και του πολιτισμού. Η τουριστική βιομηχανία, ειδικότερα, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα λόγω της εξάρτησής της από τους φυσικούς πόρους, τους ιστορικούς χώρους και τις τοπικές κοινότητες.
Γιατί όμως η βιωσιμότητα είναι σημαντική για τις τουριστικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα;
Η ελκυστικότητα της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη φυσική ομορφιά της, συμπεριλαμβανομένων παρθένων παραλιών, νησιών και τοπίων, καθώς και στην πλούσια πολιτιστική κληρονομιά της. Ωστόσο, ο μαζικός τουρισμός μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση του περιβάλλοντος, όπως ρύπανση, εξάντληση των φυσικών πόρων και ζημιά στα οικοσυστήματα. Οι βιώσιμες τουριστικές πρακτικές - όπως η μείωση των αποβλήτων, η εξοικονόμηση νερού και ο περιορισμός των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των κατασκευών - συμβάλλουν στη διατήρηση αυτών των φυσικών πόρων, οι οποίοι είναι ζωτικής σημασίας για τη μακροπρόθεσμη επιτυχία του κλάδου.
Οι πρακτικές βιώσιμου τουρισμού συχνά οδηγούν σε μεγαλύτερη οικονομική ανθεκτικότητα. Προωθώντας τον φιλικό προς το περιβάλλον τουρισμό, οι ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να προσελκύσουν ένα νέο τμήμα τουριστών που αναζητούν όλο και περισσότερο βιώσιμες και υπεύθυνες ταξιδιωτικές επιλογές. Αυτό όχι μόνο βοηθά τις επιχειρήσεις να διαφοροποιήσουν την πελατειακή τους βάση, αλλά διασφαλίζει επίσης ότι ο τουρισμός μπορεί να συνεχίσει να ευδοκιμεί χωρίς να εξαντλεί τους φυσικούς και πολιτιστικούς πόρους από τους οποίους εξαρτάται. Οι βιώσιμες επιχειρήσεις τείνουν επίσης να έχουν καλύτερες μακροπρόθεσμες προοπτικές, καθώς είναι λιγότερο ευάλωτες στους κινδύνους που συνδέονται με την περιβαλλοντική ζημία και την κλιματική αλλαγή.
Εκτός από την προστασία του περιβάλλοντος, ο βιώσιμος τουρισμός προωθεί τη διατήρηση των τοπικών πολιτισμών και παραδόσεων. Πολλές ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται σε περιοχές που είναι πλούσιες σε πολιτιστική κληρονομιά, όπως ιστορικά χωριά, αρχαιολογικοί χώροι και παραδοσιακά πανηγύρια. Η υπερβολική εμπορευματοποίηση και ο μαζικός τουρισμός μπορούν να διαβρώσουν αυτά τα πολιτιστικά αγαθά. Με την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών, οι επιχειρήσεις μπορούν να διασφαλίσουν ότι ο τουρισμός δεν διαταράσσει τις τοπικές κοινωνίες ή δεν αλλοιώνει τις πολιτιστικές παραδόσεις, οι οποίες είναι απαραίτητες για την ταυτότητα της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχει μια αυξανόμενη τάση για υπεύθυνα και βιώσιμα ταξίδια. Οι τουρίστες αναζητούν όλο και περισσότερο προορισμούς και επιχειρήσεις που δίνουν προτεραιότητα στη βιωσιμότητα, συμπεριλαμβανομένων φιλικών προς το περιβάλλον καταλυμάτων, υπεύθυνου τουρισμού άγριας ζωής και τοπικών προϊόντων. Οι ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις που υιοθετούν βιώσιμες πρακτικές μπορούν να αξιοποιήσουν αυτή την αναπτυσσόμενη αγορά και να διαφοροποιηθούν από τους ανταγωνιστές τους.
Καθώς αυξάνεται η ευαισθητοποίηση για τη βιωσιμότητα, τόσο οι κυβερνήσεις όσο και οι διεθνείς φορείς δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στον βιώσιμο τουρισμό. Η Ελλάδα υπόκειται στις πολιτικές και τις οδηγίες της ΕΕ που σχετίζονται με την προστασία του περιβάλλοντος και την αειφορία. Οι επιχειρήσεις που δεν συμμορφώνονται με αυτούς τους κανονισμούς ενδέχεται να αντιμετωπίσουν νομικές προκλήσεις, πρόστιμα ή ζημιά στη φήμη τους. Αντιστρόφως, όσοι υιοθετούν προληπτικά βιώσιμες πρακτικές μπορούν να επωφεληθούν από κυβερνητικά κίνητρα, χρηματοδότηση από την ΕΕ και βελτιωμένη θέση στην αγορά.
Για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων και ευκαιριών, αρκετές ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να υιοθετούν βιώσιμες πρακτικές.
Πολλά ξενοδοχεία και θέρετρα εφαρμόζουν ενεργειακά αποδοτικά σχέδια, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (όπως η ηλιακή ενέργεια) και προγράμματα μείωσης των αποβλήτων για την ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων.
Αρκετές ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις ενθαρρύνουν επίσης τη χρήση πιο βιώσιμων επιλογών μεταφοράς, όπως ποδηλασία, περιηγήσεις με τα πόδια και ηλεκτρικά οχήματα, για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Σε περιοχές όπως η Κως, η λειψυδρία αποτελεί σοβαρή ανησυχία, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου αιχμής. Τα ξενοδοχεία και άλλες τουριστικές επιχειρήσεις πρέπει να επενδύουν ακόμη περισσότερο σε τεχνολογίες εξοικονόμησης νερού, όπως βρύσες χαμηλής ροής, και να ενθαρρύνουν τους επισκέπτες να εξοικονομήσουν νερό.
Ορισμένες επιχειρήσεις μειώνουν την παραγωγή αποβλήτων υιοθετώντας προγράμματα ανακύκλωσης, εξαλείφοντας τα πλαστικά μίας χρήσης και ενθαρρύνοντας τους επισκέπτες να ελαχιστοποιήσουν τα απόβλητα. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε νησιωτικούς προορισμούς όπου η διάθεση αποβλήτων είναι πιο δύσκολη.
Οι επιχειρήσεις βιώσιμου τουρισμού στην Ελλάδα συχνά δίνουν προτεραιότητα στη χρήση τοπικών προϊόντων και υπηρεσιών, στηρίζοντας την τοπική οικονομία και παρέχοντας στους επισκέπτες μια αυθεντική εμπειρία. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει το σερβίρισμα τοπικών τροφίμων, την προσφορά παραδοσιακών χειροτεχνημάτων και τη διοργάνωση πολιτιστικών δραστηριοτήτων που σέβονται και γιορτάζουν τις τοπικές παραδόσεις.
Η βιωσιμότητα δεν πρέπει να είναι ακόμη μια προσωρινή τάση για τις ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις. Είναι όλο και πιο ζωτικής σημασίας για τη μακροπρόθεσμη επιτυχία τους. Υιοθετώντας βιώσιμες πρακτικές, οι επιχειρήσεις αυτές συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς που προσελκύουν τουρίστες στην Ελλάδα , ενώ με τα νέα Κριτήρια ESG, έχουν ευκολότερη πρόσβαση στον δανεισμό και σε ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα. Επιπλέον, ο βιώσιμος τουρισμός ευθυγραμμίζεται με την αυξανόμενη ζήτηση για υπεύθυνα ταξίδια, παρέχοντας ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και διασφαλίζοντας ότι ο κλάδος μπορεί να συνεχίσει να ευδοκιμεί με τρόπο που ωφελεί τόσο την οικονομία όσο και το περιβάλλον. Καθώς οι παγκόσμιες και τοπικές πιέσεις για βιωσιμότητα αυξάνονται, οι ελληνικές τουριστικές επιχειρήσεις που αγκαλιάζουν αυτή την τάση θα είναι σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσουν τις μελλοντικές προκλήσεις και να συνεχίσουν να προσελκύουν επισκέπτες. Ας προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα , πριν να είναι πολύ αργά.
*Ο Βασίλης Βογιατζής MSc , είναι Λογιστής – Φοροτεχνικός Α’ Τάξης , ιδρυτής της Λογιστικής εταιρείας VoyiatzisGroup , με έδρα την Κω.