Η τουριστική βιομηχανία αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους τομείς της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο και το 2025, οι επιχειρήσεις στον τουρισμό βρίσκονται αντιμέτωπες με μια σοβαρή πρόκληση: την έλλειψη προσωπικού. Παρά την αυξημένη ζήτηση για τουριστικές υπηρεσίες, οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να καλύψουν βασικές θέσεις, επηρεάζοντας την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και την ανταγωνιστικότητά τους. Το πρόβλημα αυτό είναι πολυδιάστατο και έχει βαθιές ρίζες σε οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες.
Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, το 2023 καταγράφηκαν 53.229 κενές θέσεις εργασίας από τις συνολικά 265.782 προβλεπόμενες, δηλαδή ένα ποσοστό έλλειψης 20%. Αξιοσημείωτο είναι ότι το μεγαλύτερο ποσοστό ελλείψεων παρατηρήθηκε στα ξενοδοχεία 3 αστέρων (24%), ενώ το μικρότερο στα ξενοδοχεία 5 αστέρων (14%). Επιπλέον, το 2023, εκτιμήθηκε ότι υπήρχαν πάνω από 50.000 κενές θέσεις στον τουρισμό και 33.000 ελλείψεις στις επιχειρήσεις εστίασης. Από το σύνολο των 83.000 θέσεων, εγκρίθηκαν περίπου 11.000 μετακλήσεις ανειδίκευτων εργαζομένων από τρίτες χώρες, όπως η Αίγυπτος, το Μπαγκλαντές και η Σρι Λάνκα. Το 2024, οι εκτιμήσεις ανέφεραν πάνω από 50.000 κενές θέσεις στον τουριστικό τομέα, με τον κλάδο να λειτουργεί με 25% έως 30% λιγότερο προσωπικό, λόγω της μειωμένης επαναπρόσληψης. Σύμφωνα με την Έρευνα Έλλειψης Ταλέντου του ομίλου ManpowerGroup για το 2025, η δυσκολία εύρεσης κατάλληλων υποψηφίων παραμένει μια σοβαρή πρόκληση για τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, το 80% των εργοδοτών δήλωσε ότι αντιμετωπίζει δυσκολία στην κάλυψη θέσεων εργασίας, με το 57% να αναφέρει "κάποια δυσκολία" και το 23% "αρκετή δυσκολία", ενώ μόλις το 19% κατέθεσε ότι δεν αντιμετωπίζει καμία δυσκολία.
Η πανδημία COVID-19 έφερε ριζικές αλλαγές στην αγορά εργασίας. Οι εργαζόμενοι συνειδητοποίησαν την ανάγκη για καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής. Το φαινόμενο έχει ονομαστεί η Μεγάλη Παραίτηση (Big Quit). Σε όλο τον κόσμο, εκατομμύρια άνθρωποι αναθεώρησαν το πόσο είναι διατεθειμένοι να εργάζονται με εξοντωτικούς ρυθμούς και αναζήτησαν τρόπους να εξισορροπήσουν δουλειά και προσωπική ζωή. Πολλοί επέλεξαν να εγκαταλείψουν τον τουριστικό κλάδο, ο οποίος χαρακτηρίζεται από ασταθείς συνθήκες, μακρές ώρες εργασίας και εποχικότητα. Οι εργαζόμενοι στράφηκαν σε κλάδους με μεγαλύτερη σταθερότητα, όπως η υγεία, η τεχνολογία και οι δημόσιες υπηρεσίες.
Επιπλέον, η τηλεργασία, που υιοθετήθηκε ευρέως κατά την πανδημία, προσέφερε νέες ευκαιρίες στους εργαζομένους, αλλάζοντας τις προσδοκίες τους για την εργασία. Ο τουριστικός κλάδος, που βασίζεται σε φυσική παρουσία, δεν μπόρεσε να ανταγωνιστεί αυτή τη νέα πραγματικότητα, οδηγώντας σε μαζικές αποχωρήσεις.
Οι μισθοί στον κλάδο του τουρισμού παραμένουν ένα από τα βασικότερα εμπόδια για την προσέλκυση προσωπικού. Οι αμοιβές συχνά δεν αντανακλούν τον όγκο της εργασίας, ενώ όταν οι αμοιβές είναι υψηλές , οι υπερωρίες είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Πολλές θέσεις δεν προσφέρουν σταθερότητα, ασφάλιση ή άλλες παροχές, καθιστώντας τον κλάδο λιγότερο ελκυστικό για νέους και έμπειρους επαγγελματίες. Από την άλλη , αρκετά συχνά, σπανίζει ο επαγγελματισμός από την πλευρά των εργαζομένων. Οι συνθήκες εργασίας επηρεάζουν τόσο τους εργαζόμενους όσο και τους επιχειρηματίες. Και οι δύο πλευρές μοιράζονται την ευθύνη. Ένα μείγμα επιχειρηματικής άγνοιας, προσέλκυσης αδήλωτης εργασίας και παραπλανητικών υψηλών μισθών έχει οδηγήσει σε αδύναμες συμφωνίες εργασίας. Οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν δίνουν προτεραιότητα στην εταιρική κουλτούρα, θεωρώντας την ως περιττή. Οι επιχειρηματίες που επιδιώκουν να αποκομίσουν γρήγορα κέρδη , συχνά αγνοούν σημαντικές αρχές. Παραβλέπουν πώς να χρησιμοποιούν αποτελεσματικά πόρους όπως το ανθρώπινο κεφάλαιο, τα υλικά και τον εξοπλισμό. Από την άλλη , αρκετοί εργαζόμενοι προσπαθούν συχνά σε διάστημα 6 μηνών να παράξουν το εισόδημα όλης της χρονιάς , ζητώντας από τους εργοδότες τους να εργάζονται περισσότερές από τις νόμιμες ώρες. Το χάσμα μεταξύ του τι προσδοκούν οι εργαζόμενοι και της πραγματικότητας του χώρου εργασίας, σε συνδυασμό με μια ανησυχητική ανοχή στις κακές συνθήκες, έχει οδηγήσει στις ελλείψεις στην κάλυψη των θέσεων.
Η εποχικότητα αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό του τουριστικού κλάδου, δημιουργώντας αστάθεια τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους εργαζόμενους. Οι περισσότεροι εργαζόμενοι απασχολούνται μόνο για μερικούς μήνες το χρόνο, με αποτέλεσμα να αναζητούν εναλλακτικές επιλογές για σταθερό εισόδημα. Επιπλέον, οι τουριστικές περιοχές συχνά βρίσκονται μακριά από αστικά κέντρα, καθιστώντας δύσκολη τη μετακίνηση και τη διαμονή των εργαζομένων. Χωρίς παροχές όπως δωρεάν στέγαση ή μεταφορά, πολλοί επιλέγουν να μην εργαστούν στον κλάδο, ακόμα και αν αυτό σημαίνει απώλεια ευκαιριών.
Επιπρόσθετα , η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού είναι ένα άλλο κρίσιμο πρόβλημα. Παρότι η Ελλάδα είναι μία από τις μεγαλύτερες τουριστικές αγορές, οι εκπαιδευτικές δομές στον κλάδο δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις απαιτήσεις της αγοράς. Οι επιχειρήσεις αναζητούν εργαζόμενους με δεξιότητες όπως η γνώση ξένων γλωσσών, η εξυπηρέτηση πελατών και η διαχείριση κρίσεων, ενώ παράλληλα αυξάνεται η ζήτηση για τεχνολογικές γνώσεις. Χωρίς την κατάλληλη κατάρτιση, οι νέοι δυσκολεύονται να ενταχθούν στον κλάδο, δημιουργώντας ένα κενό που δύσκολα καλύπτεται.
Η μετανάστευση, ιδιαίτερα των νέων, αποτελεί έναν ακόμη λόγο για την έλλειψη προσωπικού. Πολλοί επιλέγουν να εργαστούν στο εξωτερικό, όπου οι συνθήκες εργασίας και οι αμοιβές είναι καλύτερες.
Παράλληλα, οι δημογραφικές αλλαγές έχουν μειώσει το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό στις τουριστικές περιοχές. Η αστικοποίηση και η γήρανση του πληθυσμού έχουν επηρεάσει αρνητικά την προσφορά εργασίας στον κλάδο, ιδιαίτερα στα νησιά και τις απομακρυσμένες περιοχές.
Η έλλειψη στρατηγικής από την πλευρά της κυβέρνησης και των επιχειρήσεων εντείνει το πρόβλημα. Πολλές επιχειρήσεις δεν επενδύουν στη δημιουργία ελκυστικών θέσεων εργασίας, ενώ η απουσία κρατικών κινήτρων, όπως επιδοτήσεις ή φοροαπαλλαγές, επιβαρύνει την κατάσταση.
Η ανεύρεση προσωπικού στον τουριστικό κλάδο το 2025 είναι ένα σύνθετο ζήτημα που απαιτεί συντονισμένες ενέργειες από την κυβέρνηση, τις επιχειρήσεις και τους φορείς εκπαίδευσης. Η κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει ενεργό ρόλο, δημιουργώντας προγράμματα εκπαίδευσης, παρέχοντας κίνητρα για την προσέλκυση εργαζομένων και βελτιώνοντας τις συνθήκες εργασίας. Η αύξηση των αμοιβών και η παροχή επιπλέον κινήτρων, όπως δωρεάν στέγαση ή μεταφορές, μπορούν να κάνουν τον κλάδο πιο ελκυστικό. Η τεχνολογία μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση της έλλειψης προσωπικού. Η αυτοματοποίηση και η τεχνητή νοημοσύνη μπορούν να καλύψουν κενά σε εργασίες ρουτίνας, μειώνοντας την ανάγκη για ανθρώπινο δυναμικό. Επιπλέον, πλατφόρμες εύρεσης εργασίας και διαχείρισης προσωπικού μπορούν να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να προσελκύσουν προσωπικό πιο εύκολα, ενώ προγράμματα e-learning προσφέρουν την ευκαιρία για εκπαίδευση από απόσταση. Με σωστή στρατηγική και επένδυση στους εργαζομένους, ο ελληνικός τουρισμός μπορεί να διατηρήσει τη θέση του ως ένας από τους κορυφαίους παγκοσμίως, εξασφαλίζοντας όχι μόνο την ποιότητα των υπηρεσιών του αλλά και την ευημερία του εργατικού δυναμικού. «’Η θα βρούμε τον δρόμο , ή θα τον δημιουργήσουμε»*
*Αννίβας (προσπαθώντας να διασχίσει τις Άλπεις περίπου το 212 π.Χ)
Πηγή: https://www.manpowergroup.gr/nea/elleipsi-talentou-2025-ereuna , https://www.epixeiro.gr/article/389766
*Για την σύνταξη και διόρθωση του παρόντος, έγινε χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης.
*Ο Βασίλης Βογιατζής MSc , είναι Λογιστής – Φοροτεχνικός Α’ Τάξης , ιδρυτής της Λογιστικής εταιρείας VoyiatzisGroup , με έδρα την Κω.