Η πρόταση ονομασίας του πάρκου σε "πάρκο Ποντιακού Ελληνισμού" γίνεται από τον Πρόεδρο του ΤΕΕ Δωδεκανήσου κ.Γιαννικουρή Αντώνη και το Πρόεδρο της Μόνιμης επιτροπής ΤΕΕ Κω κ.Γιώργο Χρυσουλάκη και έρχεται να συμπληρώσει την χωροθέτηση του μνημείου από το Συμβούλιο Αρχιτεκτονικής νήσου Κω.
«Ονομασία θέσης ανέγερσης μνημείου Γενοκτονίας των Ποντίων σε Πάρκο Ποντιακού Ελληνισμού».
Αξίοτιμε κ. Δήμαρχε,
Με πρόσφατη εύστοχη απόφαση του Συμβουλίου Αρχιτεκτονικής (ΣΑ) Κω προτάθηκε και εγκρίθηκε νέα θέση για το μνημείο Γενοκτονίας των Ποντίων το πάρκο (Κ.Χ.) εντός του ρυμοτομικού σχεδίου πόλεως Κω που βρίσκεται Δυτικά της οδού Βασιλέως Παύλου και περικλείεται από τις οδούς Κλεοπάτρας και Γρηγορίου Ε' και ανώνυμη οδό.
Σε συνέχεια της παραπάνω έγκρισης σας προτείνω, την ονομασία του εν λόγω πάρκου σε ''Πάρκο Ποντιακού Ελληνισμού'', ως τον ελάχιστο φόρο τιμής στους 353.000 Πόντιους, που σφαγιάσθηκαν και εκτοπίσθηκαν κατά την γενοκτονία των Ποντίων κατά την περίοδο 1916-1923, από τους Τούρκους.
Ο Ποντιακός Ελληνισμός αποτελεί αδιαμφισβήτητα την πρώτη οργανωμένη εγκατάσταση στην περιοχή του Ευξείνου Πόντου ήδη από τον 7ο αιώνα π.Χ. Οι πρώτοι Έλληνες βρέθηκαν στις ακτές του Ευξείνου Πόντου από τη Μίλητο, τη Χίο, τη Σάμο και τις Κλαζομενές μετά από τις αποικίες που ίδρυσαν οι παραπάνω πόλεις στην ευρύτερη περιοχή, και ειδικότερα τη Σινώπη, την Ηράκλεια, την Τραπεζούντα κ.ά. Η παρουσία του ελληνικού στοιχείου συνεχίστηκε αδιάλειπτα, τόσο κατά τη ρωμαϊκή κατάληψη της περιοχής όσο και κατά τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες, όταν η Τραπεζούντα αναδείχθηκε σε πνευματικό κέντρο του τότε γνωστού κόσμου, που ειδικευόταν σε σπουδές αστρονομίας και θετικών επιστημών. Η περίφημη Ακαδημία της αποτέλεσε την πνευματική εστία όχι μόνο των βυζαντινών αλλά και των Αράβων και των φυλών γύρω από τον Καύκασο. Η ανάδειξη της πόλης σε μητρόπολη κατά τον 8ο αιώνα και το επιτυχημένο επαναστατικό κίνημα του Θεοδώρου Γαβρά που αποδίωξε τον σελτζουκικό κίνδυνο τον 12ο αιώνα, οριοθέτησε την ελεύθερη περιοχή της και την ανέδειξε ως ένα από τα τέσσερα ελεύθερα κρατίδια μετά από την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204.
Τότε οι αδελφοί Δαβίδ και Αλέξιος οι Κομνηνοί, με την υποστήριξη της θείας τους, βασίλισσας Θάμαρ της Γεωργίας, ίδρυσαν την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, το μακροβιότερο ελληνικό κράτος που διαδέχθηκε την ενιαία βυζαντινή αυτοκρατορία (1204-1461). Μετά από τη συνθηκολόγηση της Τραπεζούντας και την κατάληψή της από τον Μωάμεθ Β΄ το ελληνικό στοιχείο δεν άργησε να οργανωθεί: οι εμπορικές σχέσεις με τις ακτές του Ευξείνου Πόντου, η ανάδειξη του τραπεζούντιου Συμεών σε οικουμενικό πατριάρχη με την οικονομική στήριξη των μονών του Πόντου (Σουμελά, Περιστερεώτας, Βαζελώνας) και η εκμετάλλευση των μεταλλείων του Αγ Νταγ Μαντέν ήδη από τον 17ο αιώνα δίνουν ζωή στην περιοχή και κυρίως καταφέρνουν να προσδώσουν αυτονομία στον ελληνισμό του Πόντου, μέχρι περίπου το 1914.
Η σημαντική μείωση των εδαφικών κτήσεων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-13) και η κρίση των πολιτειακών θεσμών (όπως αυτού του Σουλτάνου) οδήγησαν μία μερίδα του οθωμανικού στρατού να θεωρήσει υπεύθυνους τους έλληνες κατοίκους, που στο μεταξύ μεγαλουργούσαν στην Τραπεζούντα: οι τρεις από τις τέσσερις ελληνικές τράπεζες ανήκαν σε έλληνες, οι εμπορικές δραστηριότητες με τη Ρωσία και την Ευρώπη διεξάγονταν αποκλειστικά από Έλληνες ενώ η εκκλησιαστική αυτονομία της περιοχής (η δημιουργία έκτης μητρόπολης στα όρια του Πόντου, η δύναμη των μοναστηριακών εξαρχιών και κυρίως η εξωτερική πολιτική που ενορχήστρωνε ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος Φιλιππίδης) δημιουργούσαν δίκαια τον φθόνο των οθωμανικών πληθυσμών.
Έτσι μετά την ήττα των Τούρκων στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1915, οι Τούρκοι προχώρησαν σε μια σειρά από αντίποινα στους Έλληνες κατοίκους, που σήμαιναν κυρίως την εκτόπιση 300.000 ελλήνων και την εξώθηση 30.000 περίπου στα τάγματα εργασίας, από τους οποίους οι μισοί πέθαναν κατά την διαδρομή και τα βασανιστήρια. Τον Δεκέμβριο του 1916 κλείνει η πρώτη περίοδος της οργανωμένης επιχείρησης αφελληνισμού της περιοχής αφενός με την έκδοση διατάγματος που αφορούσε την εξορία μεγάλου αριθμού κατοίκων της Σαμψούντας και της Τραπεζούντας στα ενδότερα της Ασίας, τον εξισλαμισμό των κατοίκων και τη μόνιμη εγκατάσταση γυναικοπαίδων στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αφετέρου με την επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία το καλοκαίρι του 1917. Κατά την πρώτη φάση της γενοκτονίας υπολογίζεται ότι έχασαν τη ζωή τους περίπου 300.000 Έλληνες Πόντιοι.
Με τη συνθηκολόγηση των Ρώσων ξεκινά η δεύτερη φάση της γενοκτονίας του ποντιακού Ελληνισμού: στις 19 Μαΐου 1919 ο Κεμάλ Αττατούρκ, που στο μεταξύ οργάνωνε τις άτακτες τουρκικές ομάδες (τσέτες), αποβιβάζεται στην Σαμψούντα και δίνει την εντολή στον τσέτη Τοπάλ Οσμάν να εκτοπίσει και να σκοτώσει το ελληνικό στοιχείο της περιοχής. Παράλληλα, οργανώνονται λαϊκά τοπικά δικαστήρια στην Αμάσεια, που καταδικάζουν τους έλληνες προύχοντες της περιοχής σε θάνατο, αφήνοντας το ελληνικό στοιχείο ακέφαλο μέχρι το Σεπτέμβριο του 1921. Η υποχώρηση του ελληνικού στρατού τον Σεπτέμβριο του 1922 οδήγησε στον οριστικό αφελληνισμό της περιοχής. Εστίες 3000 περίπου χρόνων ελληνικής κατοίκησης εγκαταλείπονταν οριστικά από τους τελευταίους εναπομείναντες κατοίκους, που μετρούσαν τα θύματα των δύο φάσεων της οργανωμένης αυτής προσπάθειας αφελληνισμού του Ευξείνου Πόντου.
Μόλις το 1994 το ελληνικό κοινοβούλιο, κατόπιν εισηγήσεως του τότε Πρωθυπουργού, αναγνώρισε σύσσωμη την προσπάθεια αφελληνισμού από τις τουρκικές αρχές ως Γενοκτονία, ενώ σταδιακά, αλλά αργά, μέχρι σήμερα, 102 χρόνια μετά, κοινοβούλια και κράτη ανά την Υφήλιο αναγνωρίζουν τα στυγερά αυτά εγκλήματα κατά του ελληνισμού της περιοχής του Ευξείνου Πόντου.
Έτσι, ο Δήμος Κω, με την ανέγερση του εν λόγω μνημείου και τη μετονομασία της πλατείας σε ''Πάρκο Ποντιακού Ελληνισμού'' συστρατεύεται στην ενιαία εθνική γραμμή για την παγκόσμια αναγνώριση της γενοκτονίας ενός σημαντικού τμήματος του ελληνικού πληθυσμού, που δεν διεκδικεί ούτε περιουσίες ούτε επαναπατρισμό, αλλά επιμένει ειρηνικά για το δίκαιο αίτημα της ανάπαυσης και της δικαίωσης των 353.000 περίπου ψυχών που έχασαν τη ζωή τους από τον τουρκικό εθνικισμό το διάστημα 1914-1922.
Για τη Διοικούσα Επιτροπή
Αντώνιος Ε. Γιαννικουρής | Πρόεδρος ΤΕΕ
ΤΜΗΜΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟY