Αυτές τις ημέρες κυκλοφόρησαν από το Κέντρο Έρευνας και Προβολής της Εθνικής Μουσικής (Μουσικό, Λαογραφικό και Φιλολογικό Αρχείο Σίμωνος και Αγγελικής Καρά), τρία cd με τους τίτλους:
Σκοποί και τραγούδια της Αντιμάχειας Κω & των Δωδεκανήσων, Κατίνα Σακέλλη-Παππούλη, ηχογράφηση Ρόδος, 1976
Σκοποί και τραγούδια της Αντιμάχειας, Φίλιππος & Ευφημίδα Θεοφιλίδη, Ζωντανές ηχογραφήσεις 1998-2018
Σκοποί και τραγούδια της Καρδάμαινας Κω, Ευστάθιος Σκανδαλίδης, Αντώνιος Γερασκλής, Οργανικές εκτελέσεις, ηχογράφηση: Ρόδος, 1974.
Ψυχή αυτής της πολιτισμικής κινητικότητας στο νησί του Ιπποκράτη που έχει να κάνει με τη διάσωση του λαϊκού μας πολιτισμού και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, είναι ο Σύλλογος «Μπροβάλετε προβάλετε», ο οποίος ιδρύθηκε με τη σκέψη και την πρωτοβουλία του Γιάννη Μαστόρου και του Κυριάκου Παππούλη το 201Η μέχρι σήμερα δράση τους, πολιτιστική και ερευνητική, θεωρείται σημαντική και συμβάλλει, όπως αναφέρει ο υπεύθυνος έρευνας και εκδόσεων του ΚΕΠΕΜ κ. Δημήτριος Μαντζούρης, στο να συμπληρωθεί κομμάτι-κομμάτι το υπέροχο ψηφιδωτό του λαϊκού πολιτισμού του τόπου τους, που σήμερα βρίσκεται δυστυχώς κρυμμένο πίσω από τα φώτα της τουριστικής επέλασης, μέσα από τα κατώφλια των σπιτιών, πλάι στους ανθρώπους που έζησαν πριν μόλις λίγες δεκαετίες μία άλλη Κω· μια Κω που αξίζει να τη γνωρίσεις, να τη ζήσεις και να τη θαυμάσεις· όχι οτιδήποτε προβάλλει η ρηχή τουριστική βιομηχανία, μα για τον πολιτισμό και τους ανθρώπους της.
Έχω, λοιπόν, την άποψη πως με αυτές τις τρεις επιμελημένες εκδόσεις που συνοδεύονται με αντίστοιχα ενημερωτικά φυλλάδια, παίρνουν τη θέση που τους αξίζει στη δισκογραφία της παραδοσιακής μας μουσικής με τον δικό τους αυθεντικό μοναδικό τρόπο, η Κατίνα Σακέλλη - Παππούλη, ο Φίλιππος και η Ευφημίδα Θεοφιλίδη, ο Ευστάθιος Σκανδαλίδης και ο Αντώνης Γερασκλής.
Θα που επιτραπεί να πω δυο λόγια παραπάνω για τον δικό μου πατέρα, τον Ευστάθιο Σκανδαλίδη και την έκδοση αυτή του ΚΕΠΕΜ.
Είχα την πρόνοια, το 1974, να φροντίσω να ηχογραφήσω τον πατέρα μου με το βιολί του και τον συμπατριώτη μου λαουτιέρη Αντώνη Γερασκλή, εδώ στη Ρόδο, μέσα στο δικό μου σπίτι, τότε, στη Μητρόπολη και με υποτυπώδη ηχητικά μέσα (ένα μαγνητόφωνο της Sony με μπομπίνες) σε τραγούδια της Κω και της Δωδεκανήσου:
Χαρκίτικος σκοπός ή Στ’ Άη-Γιωργιού τ’ ανήφορο
Σκοπός του ξυρίσματος του γαμπρού
Μελαχρινό
Πολίτικος συρτός - Μπάλλος
5.- Δυοσμαράκι
6.- Ροδίτικος
7.- Νισύρικος σκοπός
8.- Βλάχα Νισύρου
9.- Συρτός Ποταμός - Ένα καράβι από τη Χιο
10.- Πάρε, Φραντζή, τη λύρα σου
11.- Λέρικος ή Αποστολίτικος (Ίσιος)
12.- Σούστα ή Κρητικά
13.- Μέρα μέρωσε.
Πέρασαν τα χρόνια και πρόπερσι, συζητώντας με τον καλό φίλο και εξαιρετικό βιολάτορα Κυριάκο Παππούλη, του ανέφερα την ηχογράφηση αυτή, την οποία φύλαγα ως επτασφράγιστο κειμήλιο. Δεν πρόλαβα να τελειώσω τον λόγο μου και ο Κυριάκος μου είπε χαμογελαστός-χαμογελαστός: έχεις τέτοιο θησαυρό στα χέρια σου και τον έχεις στα συρτάρια; Όλα τα υπόλοιπα, μέχρι την έκδοση τα φρόντισε εκείνος. Εγώ, το μόνο που έκανα, με τη δική του παράκληση, ήταν να προλογίσω την έκδοση με τα ακόλουθα λόγια:
Ο δικός μου πατέρας
Κάτω απ’ τους ήχους
του βιολιού
και τη γλύκα του δοξαριού σου
την πανάρχαια σούστα
της πατρίδας
το αυριανό δειλινό θα χορέψω
για να σβήσω την απουσία σου
-μπροστάρη εσύ της ζωής μου.
[«Χωρίς πυξίδα», ποίηση, Αθήνα, 2014]
Το πρώτο πράγμα που θυμάμαι, σαν ένιωσα τον κόσμο μου, ήταν το βιολί του πατέρα. Το Αιγαίο όλο να πλημμυρίζει το μικρό μας σπίτι στην Καρδάμαινα. Ένας άνεμος θαλασσινός, ανακατεμένος με τις μυρωδιές της λεβάντας, του ασβέστη και του νυχτολούλουδου. Οι ομορφιές του θαλασσινού μικρόκοσμου κλειδωμένες στο φτωχικό μας.
Έτσι φανταζόμουνα τα πράγματα στον Παράδεισο. Νά ’ναι όλα όμορφα, φτιαγμένα με παιδική φαντασία, και τα λαϊκά όργανα να παίζουν, και να χορεύω εγώ τη σούστα που αγάπησα, αλλά που δεν έμαθα ποτέ να χορεύω!
Το σπίτι μας όλο ένα βιολί. Τα χρόνια εκείνα, άλλοι τρόποι να ξεδώσει ο νους δεν υπήρχαν. Ένας γάμος κι ένα πανηγύρι αποτελούσαν τα γεγονότα της περιοχής. Τα χρειαζόταν ο κοσμάκης. Από νύχτα ως νύχτα στα καπνά, στην ντομάτα, στο σιτάρι, στο καρπούζι... Ήθελε μπράτσα μια τέτοια ζωή. Ακόμη και για τις γυναίκες.
Το βιολί ο πατέρας το αγάπησε και το «μίσησε» συγχρόνως. Είχε πάρει μαθήματα μικρός στο Ωδείο Αθηνών και το πεντάγραμμο τό ’ξερε καλά. Το μίσησε, γιατί ξενυχτούσε στους γάμους κι αρρώσταινε συνεχώς. Μέχρι που απόχτησε ρευματισμούς, που του προξενούσαν διόγκωση των αρθρώσεων και πόνους φοβερούς. Πάντα θυμάμαι τη μητέρα μ’ ένα μπουκάλι πράσινο οινόπνευμα να κάνει εντριβές στις επίμαχες αρθρώσεις του πατέρα.
Κι όμως, η έσχατη επιθυμία του, λίγο πριν πεθάνει, ήταν να πάρει το βιολί του και να παίξει σκοπούς αγαπημένους της πατρίδας. Εκείνο το απόγευμα, μας ξεγέλασε όλους, σαν άρχισε τις δοξαριές του.
Τίνος είν’ το περι ̓όλι
τούτο μ-που κρατούμεν όλοι
πού ’χει το φραμό λο’άρι
και τη γη μαργαριτάρι
κι έχει δεντρικά περίσσια
λεμονιές και κυπαρίσσια...
Θυμήθηκε τους γάμους και τα ξενύχτια και τα πανηγύρια. Πιστέψαμε πως πισωγύρισε τον θάνατο. Τον δικό του θάνατο. Ήταν τόσο γλυκό το «Περι’όλι». Θαρρείς και χόρευε ασκέρι ολόκληρο στην αυλή, λίγο πριν μπουν οι νιόνυμφοι στην εκκλησία για τον χορό του Ησαΐα. Οι τελευταίες δοξαριές ήταν το πάντρεμα του πατέρα με τον θάνατο. Τον περίμενε καιρό τώρα, γιατί έτσι τον ξεγελούσε κάθε φορά ο πατέρας. Έφυγε ήρεμα, όμορφα, γλυκά, με μιαν ανάσα. Σαν πουλάκι! Ωραία, έτσι ωραίος όπως ήταν πάντα. Με τη γραβάτα του, την τσάκιση στο καλοσιδερωμένο του παντελόνι, με φρεσκογυαλισμένα τα παπούτσια, με τη λεβεντιά τού φρεσκοξυρισμένου. Έτσι, ωραίο, θα τον ξαναφέρνω κάθε φορά και πάντα στο μυαλό μου. Κι έτσι θα τον περιγράφω στα παιδιά μου και στα παιδιά των παιδιών μου. Μέχρι να γίνει μύθος...
Έτσι, λοιπόν, το 1974, ένα χρόνο πριν μας αφήσει για πάντα, και προσωπικά γνωρίζοντας, πως το τέλος της ζωής του πλησιάζει, μου έγινε έμμονη η ιδέα να τον περάσω με το βιολί και το γλυκό του δοξάρι στην αιωνιότητα. Έτσι κι έγινε.
Εκείνο το καλοκαίρι βρισκόταν στη Ρόδο και ο Αντώνης Γερασκλής με το λαούτο του. Ένα λαούτο που άφησε τα αποτυπώματά του στη δωδεκανησιακή μουσική παράδοση. Δεν χρειάστηκαν δεύτερες κουβέντες για να πεισθούν για την ηχογράφησή τους σαν ζυγιά οργάνων (βιολί και λαούτο), που για χρόνια πολλά είχαν συνυπάρξει στους γάμους και τα πανηγύρια της Καρδάμαινας. Αύγουστος μήνας, θαρρώ, νωρίς το απόγευμα, μέσα στην κάψα του καλοκαιριού, κλειστήκαμε στο μικρό σαλονάκι του σπιτιού μου -όλα κι όλα δέκα τετραγωνικά– επί της οδού Μητροπόλεως 61β, με πόρτα και παράθυρα σφαλιστά, οι δυο τους, εγώ κι ένα μαγνητόφωνο με μπομπίνες της Sony που είχα φέρει από τη Σουηδία.
Σαν άρχισαν οι δυο τους, ο καθένας με το δικό του όργανο, δεν χρειάστηκαν καμιά μα καμιά πρόβα. Ηχογραφήθηκαν όλες οι μελωδίες μια κι έξω. Κι όσο γνώριζα πως είχαν να συναντηθούν και να συνυπάρξουν μουσικά, χρόνια πολλά, μα πάρα πολλά, τόσο τους καμάρωνα και υποκλινόμουνα στους δύο εξαιρετικούς λαϊκούς οργανοπαίκτες. Ίδρωναν και πάλι ξαναΐδρωναν, μα δεν κόμπιασαν πουθενά. Μέσα σε δυο, άντε τρεις ώρες, η ηχογράφηση, με δεκατέσσερα διαμάντια της δωδεκανησιακής μουσικής μας, είχε ολοκληρωθεί.
Σήμερα, ειλικρινά, χαίρομαι που είχα την ιδέα να τους απαθανατίσω μέσα από μια ηχογράφηση της στιγμής, κάτω από αντίξοες συνθήκες και υποτυπώδη μέσα ηχοληψίας. Και τώρα, χαίρομαι διπλά και τριπλά, που ένας καλός συμπατριώτης και καλός φίλος πια, ο μουσικός Κυριάκος Παππούλης, έριξε την ιδέα αυτής της αφιερωματικής έκδοσης για τον πατέρα μου Ευστάθιο Σκανδαλίδη.
Θέλω, λοιπόν, να ευχαριστήσω εκ βαθέων και να δηλώσω την ευγνωμοσύνη της οικογένειάς μου, τόσο προς τον ίδιο όσο και προς τον συνοδοιπόρο στις μουσικές του αναζητήσεις, τον χοροδιδάσκαλο Γιάννη Μαστόρο, για την πρωτοβουλία τους και το αποτέλεσμα που σήμερα μπορούμε όλοι να κρατούμε στα χέρια μας.
Θέλω, επίσης, με την ευκαιρία αυτή να δηλώσω τον θαυμασμό μου στο μουσικοκαλλιτεχνικό και πνευματικό έργο το οποίο παράγουν τα τελευταία χρόνια στην Κω και τα Δωδεκάνησα, και όχι μόνον, ο Κυριάκος Παππούλης και ο Γιάννης Μαστόρος, μέσα από το δικό τους δημιούργημα, την άτυπη δράση «Μπροβάλετε - Μπροβάλετε», αλλά και για τη συνεργασία τους με το Κέντρο Ερεύνης και Προβολής της Εθνικής Μουσικής (Μουσικό, Λαογραφικό και Φιλολογικό Αρχείο Σίμωνος και Αγγελικής Καρά), που διανύει μία μακρά και επιτυχημένη πορεία στην έρευνα και διάδοση του λαϊκού μας πολιτισμού, τα στελέχη του οποίου επιθυμώ να ευχαριστήσω.
Ένα ακόμα ευχαριστώ και στους χορηγούς της επιμελημένης αυτής έκδοσης, στη μνήμη του πατέρα μου, Ευστάθιου Σκανδαλίδη.
Γράφει ο Κώστας Ε. Σκανδαλίδης
rodiaki.gr