Ένα ζήτημα το οποίο ο Βουλευτής Δωδεκανήσου, κ.Μάνος Κόνσολας, είχε θέσει, στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, ήταν το ζήτημα των αθέμιτων πιέσεων και πρακτικών που χρησιμοποιούν οι εταιρείες διαχείρισης δανείων απέναντι στους πολίτες.
Ο κ.Κόνσολας είχε ζητήσει να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο κανόνων, κάτι που γίνεται πλέον πραγματικότητα με το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή.
Μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση και ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου ο Μάνος Κόνσολας επισήμανε ότι:
- Οι εταιρείες υποχρεούνται να παρέχουν ενημέρωση, μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, σε κάθε οφειλέτη ξεχωριστά, για το ύψος της οφειλής, το ιστορικό των πληρωμών, τις δόσεις και το επιτόκιο της ρύθμισης.
-Τίθενται, πλέον, κανόνες στο θέμα της συμπεριφοράς τους, αλλά και των πρακτικών που μετέρχονται απέναντι στους δανειολήπτες.
-Απαγορεύεται ρητά κάθε προσπάθεια έμμεσης ή άμεσης παρενόχλησης, καταναγκασμού ή αθέμιτης επιρροής κατά την επικοινωνία των συγκεκριμένων εταιρειών με τους δανειολήπτες.
-Η παραβίαση αυτών των υποχρεώσεων επισύρει κυρώσεις που φτάνουν σε πρόστιμα έως 500.000 ευρώ αλλά και αφαίρεση της άδειας λειτουργίας τους.
Παράλληλα, ο Βουλευτής Δωδεκανήσου, αναφέρθηκε και στις βελτιωτικές παρεμβάσεις που γίνονται στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών.
Όπως όλοι γνωρίζουν, η πρόταση για την αναδιάρθωση οφειλών των πολιτών μέσω του Εξωδικαστικού Μηχανισμού, γίνεται μέσω ενός αλγορίθμου, δεν μεσολαβεί σε αυτό ανθρώπινο χέρι.
Το ζήτημα,όμως, είναι ότι η πρόταση αυτή που διαμορφώνει ο αλγόριθμος μπορεί να απορριφθεί από μια τράπεζα ή ένα fund.
Υπολογίζεται ότι το 50% των προτάσεων ρύθμισης απορρίπτεται σήμερα από τους servicers.
Με τη νέα ρύθμιση, προβλέπεται ότι η πρόταση αναδιάρθρωσης του χρέους των ευάλωτων οφειλετών θα είναι υποχρεωτικά αποδεκτή από τις Τράπεζες, τους servicers και το Δημόσιο.
Βέβαια, ο δανειολήπτης διατηρεί το δικαίωμα να απορρίψει την πρόταση.
Παράλληλα, βελτιώνεται ο αλγόριθμος για δάνεια με εμπράγματη εξασφάλιση προκειμένου να αυξηθεί το «κούρεμα» της οφειλής για όλους τους δανειολήπτες, ενώ καθορίζεται σταθερό επιτόκιο 3% για τρία χρόνια.