Η ανάκαμψη της τουριστικής αγοράς, μετά τις τεράστιες απώλειες του lockdown, όπως σημειώνουν επιχειρηματίες του χώρου, δεν θα είναι εύκολη. Θεωρείται, δε, πως θα χρειαστούν δύο με τρία χρόνια, ίσως και παραπάνω, προκειμένου τα τουριστικά μεγέθη να επιστρέψουν στη δυναμική που υπήρχε πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας. Ο καθορισμός του πήχη για την επόμενη χρονιά, τουλάχιστον σε επίπεδο εσόδων, είναι ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Όπως σημειώνουν παράγοντες από το τουριστικό περιβάλλον, ο πρώτος στόχος για την επόμενη σεζόν, εφόσον δεν υπάρξουν δυσμενέστερες συνθήκες στο μέτωπο του κορονοϊού και με την προϋπόθεση πως έχει κυκλοφορήσει εμβόλιο ώστε να αποκατασταθεί όσο είναι δυνατό το αίσθημα ασφάλειας στις μετακινήσεις, είναι η επανάκτηση του 50% των εσόδων που έφερε ο τουρισμός το 2019, ποσοστό που μεταφράζεται σε εννέα με δέκα δισεκατομμύρια ευρώ (από τα 18,2 δισ. που ήταν οι περσινές εισπράξεις).
Στην κατεύθυνση αυτή, κομβική χαρακτηρίζεται πως θα είναι η στρατηγική και ο προγραμματισμός των αεροπορικών εταιρειών και των tour operators. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, οι αεροπορικές εταιρείες σχεδιάζουν το πτητικό τους πρόγραμμα με το 60% των πτήσεων του 2019, χρονιά όπου η Ελλάδα υποδέχθηκε πάνω από τριάντα εκατομμύρια τουρίστες. Ωστόσο, οι απώλειες στις προγραμματισμένες θέσεις θεωρούνται δεδομένες. Πέρσι, ο εισερχόμενος τουρισμός παρουσίασε αύξηση αφίξεων ( 4,1%) και εσόδων ( 13,6%), πετυχαίνοντας νέα υψηλά επίπεδα 31,3 εκατ. και 17,8 δισ. αντίστοιχα (χωρίς να περιλαμβάνονται οι αφίξεις και τα έσοδα της κρουαζιέρας σύμφωνα με την ΤτΕ) – τα υψηλότερα από την έναρξη της Έρευνας Συνόρων (2005). Επίσης, η αύξηση των εσόδων το 2019 ( 13,6%) ήταν η δεύτερη υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση που καταγράφηκε από την έναρξη της Έρευνας Συνόρων, μετά το 2013 ( 16,8%), και η τρίτη συνεχόμενη μετά την πτώση που καταγράφηκε το 2016 (-6,8%).
Σε κάθε περίπτωση, τα επιδημιολογικά δεδομένα όπως θα έχουν διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ο ανταγωνισμός σε επίπεδο τιμών σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου και το σε ποιο βαθμό αεροπορικές εταιρείες και τουριστικές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την μεγάλη ζημιά που έχει φέρει η πανδημία, θα καθορίσουν και τις επιδιώξεις για την επόμενη σεζόν.
Ένας ακόμη παράγοντας, πάντως, που αναμένεται να διαμορφώσει σε πολύ σημαντικό βαθμό την εικόνα του τουρισμού την ερχόμενη σεζόν είναι πως ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των κρατήσεων αφορά πακέτα που δεν μπόρεσαν φέτος να πραγματοποιηθούν και μετατέθηκαν για την επόμενη χρονιά.
Χάθηκε το 75% των αφίξεων
Η τουριστική αγορά, μπορεί από τη μία πλευρά να κάνει έναν πρώτο σχεδιασμό για το 2021, κάτω από αβέβαιες συνθήκες, από την άλλη πλευρά όμως συνεχίζει να κάνει τον βαρύ απολογισμό της σεζόν που έκλεισε. Οι απώλειες στην επιβατική κίνηση είναι πρωτοφανείς.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου καταγράφηκαν μόλις 3,9 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις έναντι 15,8 εκατ. το 2019, παρουσιάζοντας μείωση κατά 75,1%/11,8 εκατ. αφίξεις. Ενώ το πρώτο δίμηνο καταγράφηκαν 775 χιλ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις έναντι 734 χιλ. της περιόδου Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2019, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 5,5%/ 40 χιλ. αφίξεις, το γενικό lockdown που επιβλήθηκε στην Ελλάδα λόγω του SARS-CoV-2 και της νόσου COVID-19, έφερε την πλήρη ανατροπή. Τον Ιούνιο η μείωση ανήλθε σε -97,3%/-3,1 εκατ. ενώ τον Ιούλιο καταγράφηκαν 1,1 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση -71,1%/-2,8 εκατ.
Ακόμη και τον μήνα που παραδοσιακά καταγράφεται ο μεγαλύτερος όγκος της τουριστικής κίνησης, τον Αύγουστο, καταγράφηκαν 1,7 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση -56,7%/-2,2 εκατ. έναντι 3,8 εκατ. τον Αύγουστο του 2019.
Στο οκτάμηνο την ίδια ώρα, τέσσερα αεροδρόμια κατέγραψαν μείωση μεγαλύτερη από 1 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις. Συγκεκριμένα, στο Διεθνές Αεροδρόμιων Αθηνών καταγράφηκαν 1,5 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση -67%. Ακολούθησε το αεροδρόμιο του Ηρακλείου όπου καταγράφηκαν 546 χιλ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση 77,7%. Στο αεροδρόμιο της Ρόδου καταγράφηκαν 305 χιλ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση 82,6% και στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης καταγράφηκαν 534 χιλ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση 67,1%.
Όσον αφορά το αεροδρόμιο της Αθήνας, και τον Σεπτέμβριο η επιβατική κίνηση κατέγραψε μείωση της τάξης 68%, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του ΔΑΑ, η επιβατική κίνηση ανήλθε στις 861 χιλιάδες επιβάτες περίπου, έναντι 2,7 εκατ. επιβατών πέρυσι.
Στα υπόλοιπα αεροδρόμια η μείωση στο οκτάμηνο ήταν μικρότερη από 1 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις. Στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας σημειώθηκε μείωση κατά 78,4% ενώ οι διεθνείς αεροπορικές αφίξεις ανήλθαν σε 244 χιλ. και στο αεροδρόμιο των Χανιών σημειώθηκε μείωση κατά 84,7% καθώς καταγράφηκαν μόλις 131 χιλ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις. Τέλος, στα αεροδρόμια της Κω και της Ζακύνθου καταγράφηκαν 170 χιλ. και 155 χιλ. επιβάτες παρουσιάζοντας μείωση 80,8% και 77,2% αντίστοιχα.
Ανάλογη είναι η εικόνα που καταγράφουν και οι οδικές αφίξεις. Στο οκτάμηνο καταγράφηκαν 2,4 εκατ. διεθνείς οδικές αφίξεις, έναντι 8,6 εκατ. της περιόδου Ιανουαρίου-Αυγούστου 2019, παρουσιάζοντας μείωση κατά 72,7%.
Στο σκέλος των εσόδων, στο επτάμηνο οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφάνισαν μείωση κατά 86,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 και διαμορφώθηκαν μόλις στα 1.255 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στην πτώση των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών της Ε.Ε.-27 κατά 84,6%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 737 εκατ. ευρώ, καθώς και των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών εκτός της Ε.Ε.-27 κατά 87,4%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 515 εκατ.
Στη σκιά της εξάπλωσης η Αττική
Το φθινόπωρο για τις τουριστικές επιχειρήσεις της πρωτεύουσας ήταν ούτως ή άλλως χαμένο από πλευράς τουριστικής ζήτησης, με τις μονάδες δωδεκάμηνης λειτουργίας να σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος των απωλειών. Ο αριθμός των κρουσμάτων που καταγράφονται σε καθημερινή βάση έχει βάλει στον πάγο την ξενοδοχειακή δραστηριότητα, τη στιγμή που όλα δείχνουν πως δεν θα υπάρξουν περιθώρια ανάκαμψης μέχρι το τέλος της χρονιάς.
Σε περίπτωση, δε, που η επιδημιολογική εικόνα της πρωτεύουσας γίνει χειρότερη και υπάρξει τοπικό lockdown -ένα ενδεχόμενο που επί του παρόντος δεν προκρίνεται από την επιτροπή εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας-, τα δεδομένα θα αλλάξουν και πάλι.
Ο προγραμματισμός των επόμενων μηνών, με το βλέμμα στη σεζόν του 2021, γίνεται στα τυφλά. Δεν είναι μόνο η εικόνα που παρουσιάζει η Ελλάδα που επηρεάζει τον τουρισμό, αλλά και οι συνεχείς μεταβολές των επιδημιολογικών δεδομένων σε κύριες τουριστικές χώρες, οι αλλαγές στις ταξιδιωτικές οδηγίες, το θέμα της καραντίνας και η αναμονή για το εμβόλιο.
Φορείς από τον χώρο των ξενοδοχείων υπογραμμίζουν πως οι επόμενοι μήνες θα είναι πολύ δύσκολοι και θα δοθεί μεγάλη μάχη για την επιβίωσή τους. Σε κάθε περίπτωση οι εξελίξεις στο υγειονομικό σκέλος εκτιμάται πως για πολύ καιρό ακόμη θα καθορίζουν την πορεία της τουριστικής αγοράς.
Ήδη όπως έχει σημειώνει η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών, Αττικής και Αργοσαρωνικού, η συνολική απώλεια εσόδων το πρώτο εξάμηνο του 2020 για τα ξενοδοχεία της Αττικής σε σχέση με το αντίστοιχο 6μηνο του 2019 εκτιμάται πως ξεπέρασε τα 300 εκατομμύρια ευρώ. Αντίστοιχα, η ζημιά για τα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης σε σχέση πέρσι εκτιμάται σε 50 εκατομμύρια.
Στο “κόκκινο” τα ξενοδοχεία
Πάνω από 70% εκτιμάται σύμφωνα με πληροφορίες του Capital.gr ότι θα είναι οι φετινές απώλειες για την ξενοδοχειακή αγορά. Για τις μονάδες συνεχούς λειτουργίας, δε, όπως λέει το ρεπορτάζ, που λειτουργούν στα αστικά κέντρα, η ζημιά μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερη. Οι πιέσεις είναι τεράστιες, όχι μόνο στις πληρότητες των μονάδων (άλλωστε ξενοδοχεία δωδεκάμηνης λειτουργίας με μεγάλο αριθμό δωματίων συνεχίζουν να κρατούν ορόφους κλειστούς για τη μείωση του λειτουργικού κόστους), αλλά και στις τιμές ανά διανυκτέρευση.
Μια πρώτη “γεύση” της κατάστασης στην ξενοδοχειακή αγορά δίνει η συμπρωτεύουσα. Η έρευνα που διενεργεί σε μηνιαία βάση η εταιρεία τουριστικών μελετών και ερευνών GBR Consulting για λογαριασμό της Ένωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης, δείχνει χαρακτηριστικά πως στο οκτάμηνο υπήρξε μείωση στο ARR (μέση τιμή δωματίου) της τάξης του 5,9% και δραματική μείωση της τάξης του 44,8% στο RevPar (έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο) που ανήλθε μόλις στα 28,92 ευρώ. Ειδικότερα, καταγράφηκαν μόλις 532 χιλιάδες διανυκτερεύσεις, ενώ το αντίστοιχο διάστημα του 2019 οι διανυκτερεύσεις ξεπερνούσαν το ενάμισι εκατομμύριο.
Δεν είναι μόνο οι ελάχιστες αφίξεις μεμονωμένων επισκεπτών, αλλά και οργανωμένων γκρουπ που έχουν πλήξει το ταμείο των ξενοδοχείων. Το μεγαλύτερο πλήγμα για τις μονάδες έρχεται από την ολοκληρωτική σχεδόν απουσία συνεδριακών εκδηλώσεων, που για τα αστικά κέντρα αποτελούσαν από τον Σεπτέμβριο μέχρι και τον Μάρτιο το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων. Οι περιορισμοί στη φυσική παρουσία των συνέδρων, η ακυρώσεις και η διαδικτυακή υποκατάσταση των συνεδρίων αποτελούν τη νέα πραγματικότητα. Υπολογίζεται, δε, πως ο χώρος των συνεδρίων δεν θα μπορέσει να βρει ξανά ισορροπίες πριν από την προσεχή άνοιξη.
Για την επόμενη χρονιά, η αγωνία είναι μεγάλη. Μεγάλες ξενοδοχειακές αλυσίδες επεξεργάζονται από τώρα σενάρια για το πόσες από τις μονάδες που αριθμούν θα θέσουν σε λειτουργία και υπό ποιες προϋποθέσεις από πλευράς πληροτήτων. Οι αποφάσεις τους θα εξαρτηθούν από μια σειρά κρίσιμων παραγόντων: αν θα αποκατασταθούν πλήρως οι αεροπορικές συνδέσεις, τι θα γίνει με τους tour operators, αν θα υπάρχει ζήτηση, πώς θα διαμορφωθούν οι τιμές των τουριστικών πακέτων, αλλά και με ποιους υγειονομικούς κανόνες θα μπορέσουν να λειτουργήσουν και πάλι τα ξενοδοχεία την επόμενη χρονιά.
Πηγή: capital.gr
Της Βίκυς Κουρλιμπίνη