Εκείνος ο Νοέμβριος του 1973, ήταν πολύ παγερός και προμήνυε έναν πολύ πιο ψυχρό Χειμώνα. Βρισκόμουν τότε στην Αθήνα, για να τελειώσω τις σπουδές μου στις ξένες γλώσσες.
Φιλοδοξούσα κάποτε, να γίνω Ξεναγός ή Αεροσυνοδός ή Δασκάλα ξένων γλωσσών. Θεμιτά όνειρα, εικοσάχρονης κοπέλας. Δυο μέρες πριν την φοιτητική εξέγερση, μου τηλεφώνησε ο μακαριστός παπά Δημήτρης, με φωνή γεμάτη απόγνωση.
‘Πάρε το αεροπλάνο και κατέβα αμέσως, γιατί αύριο ή μεθαύριο θα γίνει μεγάλο μακελειό στην Αθήνα.’ Μου είπε. Αλήθεια πως το έμαθε ο παπάς για την εξέγερση;
Τότε μερικοί ιερείς, ήταν επιταγμένοι από το καθεστώς, για να υπηρετούν εκ περιτροπής στα Στρατόπεδα, ως Στρατιωτικοί ιερείς.
Τον θυμάμαι να πηγαινοέρχεται, με ένα στρατιωτικό τζιπ, στον Άγιο Παύλο στον Λινοπότη, να ιερουργεί και να εξομολογεί, με τη σειρά τους στρατεύσιμους.
Έτσι ίσως από κάποιον ανώτερο του Στρατού, να πληροφορήθηκε τα επερχόμενα συμβάντα. Εκείνη την εποχή το στρατόπεδο του Λινοπότη, ήταν πολύ ενεργό.
Κάθε Λαμπρή, γίνονταν μεγάλο Πασχαλιάτικο γλέντι, στο οποίο πολλές φορές λάβαινε μέρος στους χορούς και ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, με τη σύντροφό του την Δέσποινα.
Αλλά και ο Στυλιανός Πατακός, ήταν τακτικός επισκέπτης στον Λινοπότη. Αμφότεροι ερχόταν τακτικά για κυνήγι, στο βουνό της Κω.
Όλους αυτούς τους έβλεπα, με τα αδηφάγα γεμάτα περιέργεια μάτια μου, ούσα μαθήτρια του Γυμνασίου και προσπαθούσα να καταλάβω τι ρόλο έπαιζαν, στην πολιτική ζωή της χώρας μου.
Έτσι μετά τα γεμάτα αγωνία τηλεφωνήματα του παπά Δημήτρη, για την αντάρα που θα ερχόταν, με την φοιτητική επανάσταση, αποφάσισα να κατέβω στο νησί.
Όμως θυμάμαι, ότι έψαξα να βρω τους παλιούς μου συμμαθητές και να τους ειδοποιήσω, όπως τον Κώστα Σκανδαλίδη, τέως βουλευτή, τον Βασίλη Χατζηγιακουμή, τέως Δήμαρχο, τον Ντίνο τον Νικηταρά, που σπούδαζαν τότε μηχανολόγοι, αρχιτέκτονες και πολιτικοί μηχανικοί, αλλά δεν τους βρήκα. Διότι τότε δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα και ηλεκτρονικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ιντερνέτ κλπ.
Υπήρχε ένα σταθερό τηλέφωνο και αυτό κυρίως στα περίπτερα. Μέχρι και τον νυν βουλευτή, τον συμμαθητή μου, τον Γιώργο Νικητιάδη, προσπάθησα να τον βρω, να τον ειδοποιήσω που σπούδαζε τότε Νομικά, αλλά μάταια. Ήθελα πολύ να τους ενημερώσω. Μετά και τα επίμονα τηλεφωνήματα του παπά, κατευθύνθηκα στο ‘Ελληνικό,’ το παλιό Αεροδρόμιο και πέταξα για την Κω.
Πράγματι την άλλη ημέρα, όλοι παρακολουθούσαμε με κομμένη την ανάσα, την φοιτητική εξέγερση του Πολυτεχνείου και το κακό που έγινε. Η ασπρόμαυρη, ολοκαίνουργια τηλεόραση μας έδειχνε τον αγώνα, για ελευθερία και την εξέγερση των φοιτητών. Μια εξέγερση που πριόνισε τα πόδια της δικτατορίας, με την συμφορά της Κύπρου έπειτα να τα ακρωτηριάζει.
Λίγα χρόνια αργότερα, όταν συνάντησα έναν άλλο παλιό μου συμμαθητή, έμεινα άφωνη όταν μου είπε ότι τότε υπηρετούσε την Στρατιωτική θητεία του, στα σύνορα του Έβρου. Από εκεί τον κατέβασαν με τα τανκς. Ο ίδιος με διαβεβαίωσε, ότι ήταν οδηγός στο δεύτερο τανκς και είδε το πρώτο που έριξε την σιδερένια πύλη του Πολυτεχνείου και θέριζε τους φοιτητές. Μου ζήτησε να κρατήσω μυστικό το όνομά του και το σεβάστηκα.
Λίγους μήνες μετά την φοιτητική εξέγερση, ανέβηκα ξανά στην Αθήνα, για να καταφέρω επί τέλους να τελειώσω, αυτό που άρχισα να σπουδάζω.
Κάπου εκεί στην οδό Πανεπιστημίου, μια ομάδα με κόκκινες σημαίες και με σφυροδρέπανα, βρέθηκε κυκλωμένη από στρατιωτικούς και αστυνομικούς.
Έτρεχαν όλοι πανικόβλητοι, σκορπίζοντας έτσι την αντικαθεστωτική διαδήλωση. Άλλοι έφαγαν ξύλο, άλλοι συνελήφθηκαν και άλλοι το έσκασαν. Εγώ κρύφτηκα σαν τρομαγμένο κουτάβι, πίσω από ένα ψηλό κτήριο. Δεν ξέρω τι έγινε η ομάδα εκείνη των αριστερών, αντιφρονούντων που τότε τόλμησε να τα βάλει με το χουντικό καθεστώς.
Ωστόσο αξέχαστη μου έμεινε λίγο καιρό αργότερα, η πτώση της δικτατορίας. Ήταν ζεστός ο Ιούλιος του 1974. 19 του μήνα και ταξίδευα για προσκύνημα, στο Ιερό νησί της Πάτμου.
Δίπλα μου στο καράβι ένας άγνωστος κύριος, κρατούσε μια εφημερίδα. Την κοιτάζω και έγραφε. ‘Έριξαν τον Μακάριο, ανέλαβε ο Σαμψών.’ Μόλις το διάβασα λέω αυθόρμητα, στον άγνωστο συνταξιδιώτη μου. ‘Πόλεμο θα έχουμε, πάει η Κύπρος μας, θα χαθεί.’ Την επόμενη ημέρα ήρθε η διαταγή, για γενική συσκότιση ακόμη και στο πλοίο της επιστροφής, μαζί με την γενική επιστράτευση.
Ο Αττίλας δεν άργησε να εκμεταλλευτεί, την κεκρόπορτα της ακέφαλης Κύπρου. Της επιτέθηκε, την αιματοκύλισε και την διχοτόμησε. Αυτό ήταν και η ταφόπλακα της επτάχρονης δικτατορίας, 1967- 1974. Όμως έζησα και τη χαρά της επιστροφής της Δημοκρατίας, στο πρόσωπο του εξόριστου ηγέτη Κωνσταντίνου Καραμανλή. Μια αναγνωρισμένη διεθνώς, πολιτική προσωπικότητα, που σήκωσε όλο το βάρος της ομαλής, μεταπολιτευτικής πορείας της Ελλάδος.
Όσο για τους αγώνες των φοιτητών, θριάμβευσαν και η θυσία του Πολυτεχνείου, συνέβαλλε στην αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Μιας Δημοκρατίας, που σήμερα οι πολιτικοί την θέτουν καθημερινά σε κίνδυνο.
Φτάνει η Δημοκρατία, να μην γίνεται ασυδοσία και φαυλοκρατία. Αλλιώς οι αγώνες των Ελλήνων φοιτητών δεν θα έχουν πιάσει τόπο, και η γενιά η δική μας του Πολυτεχνείου, δεν θα δικαιωθεί ποτέ. Εδώ Πολυτεχνείο. ‘Πάλης’ ξεκίνημα νέοι αγώνες, οδηγοί της ελπίδας, οι πρώτοι νεκροί.’
(Στίχοι Αλέκος Παναγούλης. Μουσική Μίκης Θεοδωράκης.) Ξανθίππη Αγρέλλη