Ο Γιώργος Νιώτης γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου του 1941 στην Κω από τη Μαρία και τον Σπύρο Νιώτη με ρίζες από τη Μικρά Ασία.
Γιος πολύτεκνης οικογένειας που απαριθμούσε οκτώ παιδιά (4 κορίτσια και 4 αγόρια).
Τα χρόνια εκείνα για τον περισσότερο κόσμο ήταν πολύ δύσκολα και φτωχικά, όπως και για την οικογένεια του μάστορα Σπύρου Νιώτη.
Ο Γιώργος γεννήθηκε στον πόλεμο, μια ιδιαίτερη περίοδο που οι κάτοικοι του νησιού στο σύνολο τους πάλευαν καθημερινά για την επιβίωσή τους. Μεγαλώνοντας όντας ανήσυχος και άνθρωπος της προσφοράς και της εργατικότητας, αποφασίζει παρά τις δυσκολίες να πάει στη Ρόδο και να φοιτήσει στην ξακουστή τότε σχολή του “Νηρέα”.
Ολοκληρώνει την φοίτησή του και επιστρέφει για λίγο στην Κω αφού αποφασίζει να μπαρκάρει για να βοηθήσει την οικογένειά του.
Το 1966 γνωρίζει την Όλγα Χατζηδημητρίου σε ένα γλέντι. Η ίδια χόρευε και εκείνος εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ που πήγε στο φίλο του και του είπε «αυτή την κοπέλα θα παντρευτώ». Χόρεψαν έναν χορό μαζί και αυτό ήταν…
Αν και εκείνο το διάστημα ήταν πολλά τα προξενιά για το Νιώτη, εκείνος μέσα σε λίγους μήνες (τον Μάιο του 1966) παντρεύεται και ξεκινά μια καινούρια ζωή με την αγαπημένη του Όλγα.
Όμως έπρεπε να επιστρέψει στα καράβια και αυτό δεν ήταν και τόσο εύκολο για εκείνον. Σε ένα από τα ταξίδια του στην Κω αποφασίζει να μην ξαναφύγει και ξεκινά ν’ ασχολείται με διάφορα επαγγέλματα, σε ξυλουργείο, στο λατομείο, σε ταξί και άλλα.
Το ζευγάρι έμεινε στη Ρόδο για κάποια χρόνια αλλά μετά και τον θάνατο του πατέρα του το 1991 ο Γιώργος αποφασίζει με την σύζυγό του να εγκατασταθεί στη Ζιά για να είναι και κοντά στην μητέρα του, αφήνοντας την πόλη.
Αποφασίζει ν’ ασχοληθεί με το μικρό καφενεδάκι στη Ζιά που είχε μόλις πέντε τραπέζια και έκανε μόνο καφέδες. Γρήγορα αντελήφθη ότι μόνο με καφέδες δεν θα ήταν εύκολο να βιοποριστεί καθώς ήταν και λίγοι οι τουρίστες που πήγαιναν εκεί. Μια μέρα αποφασίζει να επισκεφθεί τον Λεωνίδα Βουκουβαλίδη, τουριστικό πράκτορα και πρωτοπόρο στον τουρισμό εκείνη την περίοδο.
Του ζήτησε να προσπαθήσει να πηγαίνουν περισσότεροι τουρίστες στη Ζιά ώστε εκτός από τους καφέδες, μετά την ξενάγηση τους, να τους προσφέρουν παραδοσιακό φαγητό και ντόπιο κρασί συνοδεία ζωντανής μουσική.
Κανείς δεν περίμενε, σε συνδυασμό με την άνοδο του τουρισμού, ότι η Ζιά μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα θα ήταν πόλος έλξης μικρών και μεγάλων.
Τα πέντε τραπέζια του μικρού καφενείου έγιναν δεκαπέντε και οι λιγοστοί αρχικά επισκέπτες πενταπλασιάστηκαν.
Μια από τις πιο ωραίες ατραξιόν ήταν πλέον οι ελληνικές βραδιές του Νιώτη. Χορευτές ντυμένοι με παραδοσιακές στολές, οργανοπαίκτες που «ζωγράφιζαν» με το παίξιμό τους αλλά και παραδοσιακό φαγητό στο πήλινο από τα χεράκια της κυρά Όλγας ενθουσίαζε τους, κλασικούς πλέον, θαμώνες του μαγαζιού.
Για μια εικοσαετία σχεδόν, τα φεστιβάλ του Νιώτη ήταν η καλύτερη διασκέδαση για ντόπιους και επισκέπτες και γι’ αυτό άφησαν εποχή, κατά γενική ομολογία. Όμως όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν…
Ο Γιώργος Νιώτης το 1991 σταματάει οριστικά ν’ ασχολείται και καταπιάνεται με άλλες εργασίες. Αρκετά χρόνια μετά και όταν πλέον καταθέτει τα χαρτιά του για να βγει σε σύνταξη, αιφνίδια το 2006 φεύγει από τη ζωή αφήνοντας μόνη την σύζυγο του Όλγα.
Ο Γιώργος Νιώτης υπήρξε πρωτοπόρος για την εποχή του, αγαπούσε πολύ το χωριό του, ήταν γενναιόδωρος, προσηνής και γλεντζές.
Πολλοί μέχρι και σήμερα τον επικαλούνται όταν μιλούν για ελληνικές βραδιές και φεστιβάλ.
Σημείωση: ευχαριστούμε θερμά την κυρία Χατζηδημητρίου Όλγα, σύζυγο του Γιώργου Νιώτη για την βοήθειά της και την παραχώρηση των φωτογραφιών.
Καλλιόπη Δανελλάκη