Με την ευκαιρία ανάδειξης των ποδηλατοδρόμων και του ποδηλατικού τουρισμού, θα γυρίσω πίσω το χρόνο, για να μου θυμίσει την ευχάριστη σχέση με το ποδήλατο μου, στο νησί των ποδηλάτων την ωραία και φιλόξενη Κω.
Βρισκόταν εκεί, λες και με περίμενε ακουμπισμένο κάτω από την μαρμάρινη σκάλα. Δίπλα του είχε το καινούργιο, αυτό με τις ταχύτητες και το μεταλλικό κόκκινο χρώμα. Το παλιό μου ποδήλατο το μαύρο το Ιταλικό ‘Λενιάνο’, Legniano, μου θύμισε τα καλλίτερα μου χρόνια. Αυτό ήταν το οικογενειακό δώρο, για την επιβράβευση μου, που κατάφερα να περάσω στο Λύκειο.
Θυμάμαι τους αδελφούς Χατζηπαναγιώτη, εκεί στο λιμάνι, δίπλα στο εστιατόριο του Λήμνου.
-Εκατό αξέχαστες δραχμές! κοστίζει μου είπαν, να το προσέχεις και έγινε η αχώριστη παρέα μου.
Με αυτό σεργιάνιζα όλο τον Πλανήτη!
Καθημερινά περνούσα από την Θεμιστοκλέους, με τα άγρια μυρωδάτα δέντρα γιασεμιά, έβγαινα στην γειτονιά μου, στην Αβέρωφ, με τις αξέχαστες πανύψηλες λευκές, τον Άγιο Παύλο και το θορυβώδες εργοστάσιο ντομάτας του Νομικού.
Άφηνα στο λιμάνι, τα νερά να τρέχουν στο σιντριβάνι εκεί στα Δελφίνια και κυνηγούσα τις συμμαθήτριες μου να τις προλάβω να μου δώσουν τις ασκήσεις, στο φροντιστήριο μαθηματικών των αδελφών Κασσανή, στην οδό Αμερικής. Πρωί, πρωί με τη βροχή ή με το τσουχτερό βοριά, και η ατίθαση ομπρέλα μου να γίνεται κουρέλι, έτρεχα να προλάβω το κουδούνι του Μιχάλη του Κονταξή. Άλλοτε πάλι με τον καυτό ήλιο ή τη γκρίζα συννεφιά, πετούσα με το δίκυκλο μου και σε δέκα λεπτά βρισκόμουν στο Ιπποκράτειο Ενιαίο Λύκειο, για να μην χάσω τις εξετάσεις.
Υπομονετικό σαν υποζύγιο το ποδήλατο μου, σήκωνε μέσα στο συρμάτινο καλαθάκι του, όλα τα βαριά βιβλία, με εκείνον το Χουντικό ‘Αναγεννόμενο Φοίνικα’!
Άκουγε τα κοριτσίστικα γέλια, τα εφηβικά μας μυστικά, παρακολουθούσε τα πρώτα νεανικά μας ερωτικά σκιρτήματα, αλλά δεν τα μαρτυρούσε ποτέ. Με συντρόφευε στις εκδρομές, μου έκανε παρέα στα Αγγλικά, στην Σχολή του Στρατηγάκη, εκεί απέναντι στον Άγιο Νικόλαο. Στους παιδικούς καβγάδες, βρισκόταν στην μέση και την πλήρωνε με το να βρίσκεται μερικές φορές, με ξεφουσκωμένα λάστιχα στους τροχούς.
Υπάκουο, σιωπηλό, ανέξοδο, με λίγο αέρα που έπαιρνε στα λάστιχα από την φορητή τρόμπα, με πήγαινε παντού και έστρωνε με ‘’ρόδα,’’ τους ήσυχους δρόμους της όμορφης Κω.
Τότε τα ποδήλατα, ήταν πολύ περισσότερα από τα αυτοκίνητα. Έπρεπε να κάνουμε στην Πλατεία του ‘Κως’ μερικά ‘οχτάρια,’ για να μας επιτρέψουν να το κυκλοφορούμε.
Τους εκπαιδευτές ποδηλάτων της δεκαετίας του 60 και 70, αντικατέστησαν οι εκπαιδευτές των αυτοκινήτων.
Εκείνα τα μικρά δίφυλλα διπλώματα με την ασπρόμαυρη φωτογραφία μας, που μας έδινε η Αστυνομία, τα είχαμε πάντα στο δερμάτινο τσαντάκι του ποδηλάτου, πίσω από τη σέλλα.
Τότε το ποδήλατο, είχε υποχρεωτική άδεια και αριθμό κυκλοφορίας. Ακόμη την έχω καταχωνιασμένη στη βιβλιοθήκη μου, σε ένα παλιό βιβλίο του αρχαίου ιστορικού Θουκυδίδη.
Κάποια μέρα το έχασα γιατί αμέλησα να το κλειδώσω .
Το βρήκα μια βδομάδα μετά, πίσω από την τότε Αγροτική Τράπεζα, πεταμένο σε ένα οικόπεδο.
Όμορφα χρόνια, με την πόλη μας να μοσχοβολάει γιασεμί και αγιόκλημα, από τις αυλές κάθε καινούργιας μονοκατοικίας.
Με τις παραλίες από την Μεροπίδα, όπου είναι η σημερινή Μαρίνα ως την ΑΒΙΚΩ, να είναι πεντακάθαρες και το ποδήλατο μου μόνιμο έμπιστο σύντροφο, στα καλοκαιρινά μπάνια και στα αθώα παιδιάστικα και νεανικά ραντεβού. Ομαδικές βόλτες με τις φίλες, μέχρι το Τιγκάκι ή μέχρι τα Θερμά.
Ύστερα ήρθε η οικογένεια, τα παιδιά, η εργασία και το αυτοκίνητο! Το ποδήλατο μου ξεχάστηκε κάπου σε μια γωνιά. Σκούριασε αλλά εγώ το βλέπω όμορφο, πάλιωσε αλλά εγώ το βλέπω καινούργιο, σαν το διπλανό του, που πήρα τελευταία. Όχι, για να κάνω το χατίρι κάποιων που θέλουν να μου κάνουν την ζωή ποδήλατο, ούτε για να διευκολύνω τις μετακινήσεις μου. Αλλά γιατί θέλω να χαρώ την πόλη μου, όπως την χαίρεται και ο τελευταίος τουρίστας. Θέλω να απολαύσω τα ανθισμένα πάρκα και παρτέρια, να κοιτάξω με την ησυχία μου τις βιτρίνες των καταστημάτων, να αγναντέψω τις παραλίες και να δοκιμάσω τους νέους ποδηλατοδρόμους. Έχουν και αυτοί τα εύκολα και τα δύσκολα περάσματα τους.
Η Κυριακάτικη βόλτα ως το δασός της Παναγιάς Τσουκαλαριάς, είναι μοναδική, με τα εναπομείναντα υγιή πεύκα, να με αποζημιώνουν με τη λεπτή τους αύρα και τα αγριολούλουδα να σκύβουν και να με χαιρετάνε.
Ύστερα από τόσα χρόνια η ίδια ευχάριστη γεύση, που με κάνει να νοιώθω δεκαεξάχρονη έφηβη, ξαναγυρίζει κάθε φορά που βγαίνω παρέα με τον νέο μου δίκυκλο φίλο.
Ο παλιός γέρασε, με τα λάστιχα σκασμένα με την αλυσίδα βγαλμένη και με το τιμόνι του στραβό. Απόμαχος μιας ζωής, μας κοιτάζει με ζήλια κάθε φορά που απομακρυνόμαστε, εγώ και το κόκκινο ποδήλατο μου από την αυλή. Το καινούργιο μου ποδήλατο είναι πάλι έτοιμο να με ακούσει, να με εξυπηρετήσει, να με γυμνάσει, να με συντροφέψει και να με οδηγήσει μέχρι στους φανταστικούς δρόμους της εξερεύνησης, στην εξοχή και της απόλαυσης στην πόλη και σε όλο τον πλανήτη.
Να γιατί το αγαπώ, γιατί με ξανανιώνει όσο και αν αυτό ακούγεται υπερβολή.
Όσο για τον παλιό μου φίλο, σπονδή ευγνωμοσύνης, για όσα καλά μου πρόσφερε είναι τα λίγα αυτά λόγια.
Στο επόμενο άρθρο μου θα αναφερθώ στους ποδηλατάδες εμπόρους, ενοικιαστές ποδηλάτων και εκπαιδευτές της Κω.
Ξανθίππη Αγρέλλη
==============================================