Ραδιόφωνο Live Επικοινωνία Χρήσιμα τηλέφωνα Φαρμακεία
Follow us
Σχολίασε την φωτογραφία 0 σχόλια
×

Το παλιό Επισκοπείο και ο Πύργος του ‘Μωρέ’ στο χωριό Ασφενδιού (Γράφει η Ξανθίππη Αγρέλλη)

14/03/2020
84 Εμφανίσεις
0 Σχόλια

Ανηφορίζοντας συχνά για το ορεινό χωριό  Ασφενδιού, με τις πέντε  ενορίες, κάτω από το βλέμμα του βουνού Δίκαιος, αντικρίζω δυο ξεχωριστά διώροφα κτίσματα.

Το ένα είναι ο πανύψηλος πύργος του Μωρέ,  της οικογενείας Χατζημιχάλη,   ένα πέτρινο αρχιτεκτονικό αριστούργημα, το οποίο η οικογένεια φροντίζει να διατηρεί σε άριστη κατάσταση. Ο πύργος αυτός, κτίστηκε για να φιλοξενήσει μια πολυπληθή οικογένεια και έχει τα χαρακτηριστικά ενός αρχοντικού σπιτιού, με τις πιο τελευταίες ανέσεις της εποχής του. Βρίσκεται με δυο πατώματα, όπου το ισόγειο περιλαμβάνει την κουζίνα και τους βοηθητικούς χώρους, μαζί με την ευρύχωρη αίθουσα υποδοχής. Ο επάνω όροφος περιλαμβάνει άνετα δωμάτια, με τα χαρακτηριστικά μεγάλα παράθυρα, να βλέπουν πότε στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου και πότε στην οροφή του όρους Ωρομέδωντα.


Τον πύργο αυτό, τον σεβάστηκαν ακόμη και οι σεισμοί, του σεισμογενούς νησιού μας και η ξεχωριστή παρουσία του αποτελεί κόσμημα στο ορεινό χωριό.

Δίπλα του με μεσοτοιχία εφάπτεται ένα άλλο διώροφο κτίσμα το παλιό Επισκοπείο, η Αρχιεπισκοπή ή πρεσβυτέριο.


Είναι  δωρεά κάποιου ευσεβούς κατοίκου του Ασφενδιού προς την Εκκλησία των Θαυματουργών Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ των Ασωμάτων, με  την  μεγάλη εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, να δεσπόζει εντός του Ιερού Ναού.

Το πρεσβυτέριο αυτό,  παλαιότερα ήταν η  Αρχιεπισκοπή,  αφού αποτελούσε την  κατοικία του εκάστοτε Επισκόπου, κατά τα δύσκολα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, αλλά και κατά της Γερμανό -Ιταλικής κατοχής.  Μετέπειτα έγινε πρεσβυτέριο, αφού το κατοικούσαν διάφοροι ιερείς, που υπηρετήσαν με ζήλο   τον Ιερό Ναό των  Ασωμάτων. Η  Εκκλησία αυτή, είναι  Βασιλική  άνευ τρούλου και  σύμφωνα  με το βιβλίο της Ιεράς Μητροπόλεως,  ‘Παρελθόν και Παρόν’ χτίστηκε αρχικά  ως Μοναστήρι, με τα διπλανά κελιά κατά  το 1789.

Το πανύψηλο, επιβλητικό καμπαναριό, ακολούθησε  αργότερα και έγινε το  1925.

              Κατά το 2014 ο φιλόκαλος και με το ιδιαίτερο χάρισμα της νοικοκυροσύνης και της ευπρέπειας, νυν ποιμενάρχης  Μητροπολίτης κ. κ. Ναθαναήλ, το ανακαίνισε με περισσή καλαισθησία και το επισκεύασε παραδίδοντας το στην Εκκλησία και στους  πιστούς προσκυνητές της,  ως ένα οικοδομικό κόσμημα. Διατήρησε τον κάτω όροφο, ως αίθουσα υποδοχής με  μικρό κουζινάκι  και ανακαίνισε τον επάνω όροφο μετατρέποντας τον σε ένα φιλόξενο   ευρύχωρο δωμάτιο. Φρόντισε δε, να κρατήσει την κλασσική προσωπικότητα του αναδομημένου κτηρίου και την αρμονική παρουσία του, με τον γύρω περιβάλλοντα χώρο.

Το παπαδόπιστο που είχα την ευλογία να ζήσω μια δωδεκαετία, μαζί  με τον μακαριστό  παπά Δημήτρη Γρύλλη και την πρεσβύτερα του διδασκάλα Χρυσή Φωτίου, ήταν ένα διώροφο κτίσμα. Στο ισόγειο υπήρχε μικρή κουζίνα, με μεγάλη αίθουσα υποδοχής. Πόσοι  ενορίτες δεν περνούσαν όλη μέρα από εκείνο το φιλόξενο σπίτι, για να ακουμπήσουν τα προβλήματα και τις ανησυχίες τους, στον εκάστοτε πρεσβύτερο, ιερέα του Ιερού Ναού της ενορία τους;

Ο επάνω όροφος, αποτελείτο από ένα μεγάλο υπνοδωμάτιο και ένα μικρότερο. Η  σκάλα που  οδηγούσε στο ανώι, έφερε από κάτω κενό και χρησίμευε σαν αποθηκευτικός χώρος, για τρόφιμα και λοιπά αγαθά.

Το  νυν Επισκοπείο ή Αρχιεπισκοπή, το πρώην παπαδόσπιτο, το χρησιμοποίησαν  εκτός από τον μακαριστό παπά  Δημήτρη και  ως γραφείο της Εκκλησιάς.   Όπως  ο αείμνηστος μακαριστός παπά Κωνσταντίνος  Ζουμπουλίκος, που τον διαδέχτηκε μετά από εικοσαετή διακονιά. Αλλά  έπειτα πάλι από μια περίπου εικοσαετία, την θέση του αξέχαστου παπά Κώστα, πήρε ο σημερινός δραστήριος ιερέας, παπά Σακελλάρης Ζουλουφός που διατηρεί ζωντανή την ενορία και φροντίζει την Εκκλησία με όλα αυτά τα θαυμαστά έργα και ό, τι της ανήκει.   Σήμερα το Επισκοπείο, η Αρχιεπισκοπή,  αποτελεί αξιοθαύμαστο κτίσμα, ανάμεσα στα χαμηλόκτιστα ή  στα ερειπωμένα σπίτια του χωριού και δίπλα στον αρχοντικό πύργο της οικογένειας Χατζημηχάλη.

Ανηφορίζω  το πέτρινο σοκάκι, δίπλα από την Ιστορική Εκκλησία των Ασωμάτων, για να βρεθώ στο ‘Καζίνο’.  Έτσι  έλεγαν το  κεντρικό καφενείο του χωριού, που την κυριότητα του φέρει η διπλανή Εκκλησία, και φέρει τοιχογραφίες αυτοδίδακτου, ντόπιου ερασιτέχνη ζωγράφου.

Εκεί  ζωντανεύουν ξανά αναμνήσεις, από τους ακούραστους θαμώνες του αντρικού καφενέ, τους γεωργο-κτηνοτρόφους του  Ασφενδιού. Ο γλυκός ήχος από το λαούτο του Παντελή του  Σαλαχώρη, το βιολί του Γιώργη του Πόγια και το ακορντεόν του γιου του Μάνου, καθώς και των αδελφών Γιαλίζη, (τα Γαβριλάκια) ,αντηχεί στα αυτιά μου από τα μεγάλα Εκκλησιαστικά ετήσια πανηγύρια της  Γιορτής των Ασωμάτων.

Νομίζω πως στα στενοσόκακα ανάμεσα σε όσους φύγανε, θα συναντήσω τον αείμνηστο κοινοτάρχη τον Αντώνη τον Νικηταρά. Τον  Αλκιβιάδακη τον Χατζηνικολάου, τον γιατρό του χωριού  τον Μιχάλη τον Διακώμανώλη,   τον Θεόφιλο τον Κία, (το περδικάκι) τον μπαρμπέρη, τον τσαγκάρη τον Στεργαλλά, τον μπακάλη τον Κιαπόκα και τον Κοσσαρή τον Γιάννη,  καθώς και τον αγροφύλακα τον κυρ Μαθιό. Ίσως  στο δρόμο να δω  και τον οδηγό του μοναδικού λεωφορείου, τον αξέχαστο Δημήτρη τον Χαματζόγλου, μαζί με τον εισπράκτορα τον  Σταμάτη τον Διακαναστάση, (του Χατζηκατέ). Πρωταγωνιστές  μιας άλλης εποχής, πριν η άκαρδη μετανάστευση αδειάσει το  όμορφο ορεινό   χωριό Ασφενδιού.

Ο καλπασμός από το λευκό άλογο του αείμνηστου Πέτρου Χατζημιχάλη, (του Μωρέ), συχνά διακρίνονταν από μακριά και μπερδεύονταν με τους βουνήσιους ήχους, που έκαναν οι ζωηροί φιλοξενούμενοι, στο δασύφυλλο διπλανό δάσος και στις ρεματιές με τα πανύψηλα δένδρα.

Ο ήλιος χαμήλωνε στον ροδόχρωμο ορίζοντα, για να χαθεί στην αγκαλιά της απέναντι μπλε θάλασσας. Ο ήχος από τις γλυκές καμπάνες, στο πέτρινο καμπαναριό των Ασωμάτων καλούσε τους λιγοστούς πιστούς, για τον απογευματινό Σαββατιάτικο Εσπερινό.

Κατηφορίζω τον φιδίσιο, ελικοειδή δρόμο, του αγαπημένου μου χωριού, με το σεντούκι της μνήμης μου φορτωμένο με χίλιες δυο αναμνήσεις.

Ξανθίππη Αγρέλλη

Η ανωνυμία είναι το καλύτερο κρησφύγετο δειλίας και χυδαιότητας!
Σχόλια 0

Πρόσθεσε ένα σχόλιο

× ExpImage

ΕΞΟΔΟΣ