Πολύς κόσμος που αγαπούσε και εκτιμούσε την Κατερίνα, πέρα από τους συγγενείς, τους συναδέλφους και τους φίλους, βρέθηκε το απόγευμα του Σαββάτου στον μεγάλο ανοιχτό χώρο του νέου Κοιμητηρίου Κω για το «τελευταίο αντίο».
Ο ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΤΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΣΕΜΜΕΚ
Γ. Χ. ΠΑΣΣΑΝΙΚΟΛΑΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΣ
Πριν την τελευταία σου μάχη συζητούσαμε για τον τίτλο του άρθρου όσον αφορά στην παραίτηση του Νίκου Μαυροειδή. Τότε μου είπες ότι διαφωνείς με τον τίτλο μου, κι αν έγραφες θα έβαζες τον εξής: “Γιατί μας άφησες Νίκο”.
Το ίδιο σε ρωτώ και εγώ τώρα: Γιατί μας άφησες Κατερινάκι; Γιατί τόσο νωρίς;
Όσο και αν το περιμένεις, ή εύχεσαι να ξεκουραστεί έτσι που τη βλέπαμε να μαραζώνει από αυτή την παλιοαρρώστεια τους τελευταίους μήνες, όταν έρχεται η είδηση του φευγιού, συνειδητοποιείς πράγματα και οι στιγμές, που πέρασες μαζί της, περνάνε καρέ-καρέ.
Και μπορεί να έφυγε εδώ και λίγο καιρό, να παραιτήθηκε εξαιτίας των πόνων, όμως είναι ακόμη εδώ, μαζί μας και θα είναι πάντα μαζί μας, αφού θα τη σκεφτόμαστε συνέχεια. Δεν ξεχνιέσαι, “γριούλα”.
Η Κατερίνα, η “γριούλα” μας, δεν ήταν μόνο μια καλή συνάδελφος, μια καλή και αιχμηρή πένα, μια δασκάλα για τους νεότερους, μια “νονά” εκπομπών και στηλών, μια γνήσια ραδιοφωνατζού και ρεπόρτερ, ένας ωραίος τύπος για παρέα. Πάνω από όλα ήταν μια πολύ καλή φίλη.
Πάντα εκεί για όλους, να βοηθήσει όπως και όσο μπορούσε. Και πολλές φορές εις βάρος του εαυτού της. Δοτική, να συντρέξει και να πονέσει για σένα, να σου δώσει κουράγιο χωρίς να περιμένει τίποτα. Ένας άνθρωπος με Α κεφαλαίο, κι ας πέρασε στενοχώριες και πίκρες, εντός και εκτός σιναφιού.
Εκεί για την οικογένεια και τους συγγενείς της, που υπεραγαπούσε. Εκεί για τη Μαριγώ. Πολλές φορές την πείραζα λέγοντάς της, πως σου επέτρεψε η Μαριγώ να αλλαξοπιστήσεις, και εκείνη μου απαντούσε για τη μάνα της, στάζοντας μέλι. Σαν τώρα θυμάμαι τη λάμψη στα μάτια της όταν μιλούσε για εκείνη. Και μπορεί να μην πίστευε, αλλά έτρεφε μεγάλο σεβασμό για όσους το έκαναν. Πως θα μπορούσε να κάνει, άλλωστε, αφού στο αγαπημένο της μέρος, το Γυαπυλί υπήρχε η Παναγία τους.
Εκεί και για τον Τέλη, τον Παναθηναϊκάκια, με τον οποίο περνούσαν τις ίδιες χαρές και τις πίκρες που τους χάριζε η αποτυχημένη ομάδα! Που γελούσε όταν της έλεγα αυτά που έλεγε κι έκανε ο Τέλης, πως όλα τα χωράφια είναι δικά μας, και που άφηνε το τηλέφωνό του να χτυπά στους ήχους του ύμνου της Πανάθας και δεν απαντούσε για να τον ακούσει όλο και να πειράξει τους Ολυμπιακούς.
Εκεί να στέκει περήφανη για τη Σταυρούλα της, «το μυαλό» όπως την έλεγε, για το Δράκο και τα ανίψια της, για το Θείο και τις Θείες, αλλά και τα εξαδέλφια της.
Εκεί για το Νίκο της, που ήθελε πάντα να τον βλέπει χαρούμενο, που έκανε πολλά όνειρα μαζί του.
Εκεί, όμως, και για όλους εμάς, που είχαμε ανάγκη από μια τέτοια φίλη. Για την Κατερίνα και τον Κώστα, το Γιάννη, το Στάθη, την Όλγα, το Χρίστο, την Πόπη, τον Σπύρο, τον Μιχάλη, την Ιωάννα, τον Γιάννη, το Γιώργο, το Θανάση, τη Νικόλ, τη Ρίτσα. Και η λίστα είναι ατελείωτη.
Σου χρωστάμε ένα μεγάλο ευχαριστώ γιατί υπήρξες στη ζωή μας.
Αποχαιρετώντας σε, θέλω να διαβάσω 3 άρθρα σου, “Μάστορα”, το πρώτο για το Νοσοκομείο και όσα γλαφυρά αλλά επίκαιρα έγραφες πριν 4 χρόνια, για το δικό σου Γυαπυλί και τέλος για όσα προφητικά έλεγες ότι φοβόσουν, για το τι ήλπιζες και τι ονειρευόσουν.
Σε φιλώ και σε αγαπώ.
Και όπως έλεγες: δε θα πεθάνουμε ποτέ κουφάλες νεκροθάφτες.