Ο Βουλευτής Δωδεκανήσου και Κοσμήτορας της Βουλής Βασίλειος Νικόλαος Α. Υψηλάντης με την ομιλία του, στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων, τάχθηκε υπέρ του νομοσχεδίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίου».
Σαράντα περίπου χρόνια από την εισαγωγή του ν. 1329/1983 που εφαρμόστηκε, κατ ’επιταγή του Συντάγματος του 1975, προχωρά η αναμόρφωση των ρυθμίσεων του οικογενειακού δικαίου προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες που διαμορφώθηκαν όλα τα χρόνια που πέρασαν κυρίως με τα θέματα που σχετίζονται με τις σχέσεις γονέων και τέκνων μετα τη λύση του γάμου, οι αβελτηρίες και οι στρεβλώσεις του καθώς επίσης και η αναγκαία εναρμόνιση του δικαίου μας με τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού αλλά και με τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας που κυρώθηκε με το ν. 4531/2018.
Δεκτές έγιναν από τον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Κωνσταντίνο Τσιάρα και δύο προτάσεις του βουλευτή Δωδεκανήσου για τροποποιήσεις στο νομοσχέδιο η πρώτη ώστε η διαμεσολάβηση ξεκάθαρα να αποτελεί διαδικασία επιδίωξης συμφωνίας μεταξύ των γονέων για την επιμέλεια των παιδιών, η δεύτερη ώστε να επισημανθεί ότι πλέον η επικοινωνία μεταξύ των γονέων και του παιδιού δεν αποτελεί μόνο δικαίωμα αλλά και υποχρέωση.
Τα κυριότερα σημεία της ομιλίας του Βασίλη Α. Υψηλάντη είναι τα ακόλουθα:
«Κύριε Υπουργέ,
Κύριε Υφυπουργέ,
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Σαράντα περίπου χρόνια από την εισαγωγή του ν. 1329/1983 που εφαρμόστηκε,
κατ ‘επιταγή του Συντάγματος του 1975, προχωράμε στην αναμόρφωση των ρυθμίσεων του οικογενειακού δικαίου προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες που διαμορφώθηκαν όλα
τα χρόνια που πέρασαν κυρίως με τα θέματα που σχετίζονται με τις σχέσεις γονέων και τέκνων μετά τη λύση του γάμου, οι αβελτηρίες και οι στρεβλώσεις του. Στην αναγκαία εναρμόνιση του με τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού αλλά και με τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας που κυρώθηκε με το ν. 4531/2018.
Το υπό ψήφιση σχέδιο νόμου για την αναμόρφωση των ρυθμίσεων του Οικογενειακού Δικαίου, αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων, σηματοδοτεί την μετάβαση της κύριας ευθύνης για τις αποφάσεις που αφορούν το ανήλικο παιδί, στους γονείς του, σε κάθε περίπτωση που αυτοί διακόπτουν την συμβίωσή τους.
Η ρύθμιση όλων των θεμάτων που αφορούν το παιδί εναπόκειται καταρχήν στους γονείς, οι οποίοι, εξακολουθούν και μετά την διάσπαση της μεταξύ τους σχέσης, να ευθύνονται εξίσου για την ανατροφή, την εκπαίδευση, την φροντίδα, την επίβλεψη και την διατροφή του παιδιού τους.
Ο σκοπός του νόμου, όπως διατυπώνεται στο άρθρο 1, αναφέρεται στην ενεργή παρουσία και των δύο γονέων κατά την ανατροφή του παιδιού και στην εκπλήρωση της ευθύνης τους έναντι αυτού. Η λέξη «ευθύνη» είναι η λέξη-κλειδί.
Όταν οι γονείς χωρίζουν, οφείλουν να αναλάβουν οι ίδιοι την ευθύνη να επιλύσουν τις διαφωνίες τους σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν το παιδί τους. Να καταρτίσουν ένα σχέδιο ανατροφής (parenting plan), με βάση το οποίο θα πορευθούν και το οποίο οι ίδιοι θα τροποποιούν, κάθε φορά που υπάρχει ανάγκη.
Επομένως, η ανάληψη της ευθύνης των γονέων απέναντι στα παιδιά τους είναι το πρώτο σημαντικό βήμα αναμόρφωσης που επιχειρεί το σχέδιο νόμου.
Αυτή εκδηλώνεται με την προτεραιότητα που δίνεται στην αυτενέργεια των γονέων να ρυθμίσουν οι ίδιοι με συμφωνία τους τα ζητήματα των παιδιών τους, με αφετηρία τον κανόνα της από κοινού άσκησης της γονικής μέριμνας και μετά την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης. Κάθε συμφωνία των γονέων προϋποθέτει την συνεργασία τους. Και αυτό είναι το μήνυμα του ΄Έλληνα νομοθέτη προς τους γονείς. Να συνεργαστούν για το καλό των παιδιών τους, παρά την δυσλειτουργία της διαπροσωπικής σχέσης τους.
Σε περίπτωση που οι γονείς δεν μπορούν να βρουν μόνοι τους τις κατάλληλες λύσεις, το σχέδιο νόμου προβλέπει την προσφυγή στην διαμεσολάβηση, την πλέον ενδεδειγμένη διαδικασία εξώδικης επίλυσης των οικογενειακών διαφορών και ως έσχατη λύση, την προσφυγή στο Δικαστήριο.
Η ρύθμιση αυτή του σχεδίου νόμου εναρμονίζεται με τον σκοπό του νομοθέτη να ενισχύσει την επιλογή, από τους γονείς, της διαμεσολάβησης, για την επίλυση των διαφορών τους, σκοπός ο οποίος έχει ήδη εκδηλωθεί με την ρύθμιση του Ν. 4640/2019, με τον οποίο καθιερώνεται ως υποχρεωτική η αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης για τις οικογενειακές διαφορές (άρθρα 6 και 7 Ν. 4640/2019).
Μετά τις επισημάνσεις μου και τη διφορούμενη διατύπωση του άρθρου 6 του ΝΣ, αφαιρείται αυτή από το ΝΣ και εναπομένει εκεί που γίνεται ευθεία αναφορά και συγκεκριμένα στο άρθρο 8 (Αντικατάσταση άρθρου 1514 ΑΚ – Παρέκκλιση από την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας) και εμμέσως (με την αναφορά σε έγγραφη συμφωνία των γονέων) στα
άρθρα 12 (Αντικατάσταση άρθρου 1519 ΑΚ – Σημαντικά ζητήματα επιμέλειας τέκνου) και 13 (αντικατάσταση άρθρου 1520 ΑΚ – Προσωπική Επικοινωνία).
Η ενεργής παρουσία των δύο γονέων την ζωή και την ανατροφή του παιδιού τους, αποτελεί τον δεύτερο σημαντικό σκοπό αυτού του νομοσχεδίου. Για την εξασφάλισή της, καθιερώνεται ως κανόνας η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας (συμπεριλαμβανομένης της επιμέλειας) των ανήλικων παιδιών και μετά τον χωρισμό των γονέων τους. Αλλάζει λοιπόν η αφετηρία της όποιας ρύθμισης γίνει στην συνέχεια από τους γονείς. Με βάση αυτό τον κανόνα, οφείλουν οι γονείς να συνεργαστούν για να επιτευχθεί η από κοινού άσκηση της επιμέλειας στην πράξη, με ρυθμίσεις και πρόγραμμα που είναι ελεύθεροι, όπως προ είπαμε, να συμφωνήσουν απευθείας οι ίδιοι, ή με την βοήθεια του διαμεσολαβητή ή, τέλος, σε περίπτωση ανυπέρβλητης διαφωνίας, να αποφασίσει το Δικαστήριο.
Για την τήρηση αυτού του βασικού κανόνα, το ίδιο το υπό ψήφιση σχέδιο νόμου προβλέπει περαιτέρω συγκεκριμένες ρυθμίσεις - ασφαλιστικές δικλείδες, δηλαδή τις εξής:
1. Ρητά αναφέρεται ότι η ουσιαστική συμμετοχή των δύο γονέων την ανατροφή και φροντίδα του παιδιού τους εξυπηρετεί το βέλτιστο συμφέρον του (άρθρο 5 παρ. 2)
2. Ρητά αναφέρεται ότι η αποτροπή της διάρρηξης των σχέσεων του παιδιού με καθέναν από τους γονείς του, εξυπηρετεί επίσης το βέλτιστο συμφέρον του (άρθρο 5 παρ. 2).
3. Οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία, το θρήσκευμα, την υγεία και εκπαίδευση του παιδιού, που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον, ρυθμίζονται και από τους δύο γονείς από κοινού, ακόμα κι αν η επιμέλεια ασκείται μόνον από τον ένα (άρθρο 12).
4. Αν η μεταβολή του τόπου διαμονής του παιδιού επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, απαιτείται προηγούμενη έγγραφη συμφωνία του γονέα αυτού ή δικαστική απόφαση (άρθρο 12).
5. Ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το παιδί, έχει δικαίωμα και υποχρέωση της κατά το δυνατόν ευρύτερης επικοινωνίας με αυτό (άρθρο 13). Επιτέλους, η επικοινωνία αναγορεύεται και σε υποχρέωση, όπως πραγματικά είναι, ενώ, μέχρι τώρα, προβλεπόταν στο άρθρο 1520 ΑΚ μόνο ως δικαίωμα. Αποτέλεσμα ήταν ότι ο δικαιούχος γονέας, πολλές φορές, κατά κατάχρηση του δικαιώματός του, δεν το ασκούσε καθόλου, ή δεν το ασκούσε σύμφωνα με την συμφωνία των γονέων, ή την δικαστική απόφαση ισχυριζόμενος ότι αυτό αποτελεί δικαίωμα, με συνέπειες βλαπτικές έως και καταστροφικές για την ψυχική υγεία του παιδιού. Από την άλλη, ο γονέας που ασκούσε την επιμέλεια, δεν είχε δικαίωμα να προσφύγει στο δικαστήριο για να ζητήσει ο ίδιος την ρύθμιση την επικοινωνίας του παιδιού με τον άλλο γονέα, σε περίπτωση αδιαφορίας του τελευταίου. ΄Έτσι πολλά παιδιά κατέληγαν να έχουν μόνο τον ένα γονέα στην ζωή τους. Η υποχρέωση επικοινωνίας του γονέα με το παιδί του ενισχύεται από την διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 στοιχ. δ, η οποία ορίζει ότι η υπαίτια παράλειψη της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας από τον δικαιούχο γονέα συνιστά κακή άσκηση της γονικής μέριμνας. Τόνισα στις συζητήσεις στην επιτροπή ότι στο ΝΣ γίνεται λόγος μόνο για δικαίωμα επικοινωνίας, οπότε πρέπει να επισημανθεί και το γεγονός ότι η επικοινωνία αποτελεί και υποχρέωση. Ενδεχομένως με την προσθήκη στην περ δ. παρ 2 του άρθρου 14 «...η κακή άσκηση και η υπαίτια παράλειψη της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας από τον δικαιούχο γονέα, ...» μετά το άσκησης των λέξεων «του λειτουργικού».
6. Η καθιέρωση του τεκμηρίου του 1/3 του συνολικού χρόνου επικοινωνίας με φυσική παρουσία για τον γονέα που δεν διαμένει με το παιδί, αποτελεί μια ακόμη ασφαλιστική δικλείδα για την επίτευξη της ενεργής παρουσίας των γονέων στην ζωή του παιδιού τους. Από ‘κει και πέρα οι γονείς μπορούν να κάνουν οποιαδήποτε ρύθμιση, προς τα κάτω ή προς τα πάνω. Το τεκμήριο δεν παραβιάζει, όπως λέγεται, την ισότιμη συμμετοχή των γονέων στην ανατροφή του παιδιού τους. Αποτελεί μία ελάχιστη βάση, η οποία πρέπει να γίνει σεβαστή από τους γονείς.
7. Η επέκταση του κανόνα της άσκησης από κοινού της γονικής μέριμνας και στις περιπτώσεις που το παιδί γεννιέται εκτός γάμου, εφόσον αναγνωρίζεται από τον πατέρα. Αυτές οι περιπτώσεις είναι πλέον πολύ συνήθεις στην κοινωνική πραγματικότητα.
8. Η υποχρέωση κάθε γονέα και ιδίως αυτού που ασκεί την επιμέλεια, να διαφυλάσσει και να ενισχύει την σχέση του παιδιού με τον άλλο γονέα, τους αδελφούς του και την οικογένεια του άλλου γονέα (άρθρο 11). Συναφής και η διάταξη του άρθρου 1520ΑΚ, που καθιερώνει την υποχρέωση του γονέα με τον οποίο διαμένει το τέκνο να διευκολύνει και προωθεί την επικοινωνία του παιδιού με τον άλλο γονέα σε τακτή χρονική βάση (άρθρο 12).
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Παρά τις όποιες αντιρρήσεις και ενστάσεις, που διατυπώθηκαν, το νομοθέτημα αυτό αποτελεί τομή για το οικογενειακό δίκαιο στη χώρα μας και μπορεί να αποτελέσει τη βάση προκειμένου να υπάρχει και μετά τη λύση του γάμου πλαίσιο για συνεννόηση μεταξύ των γονιών παιδοκεντρικό, που κατατείνει στη σωστή ψυχοσωματική ανάπτυξη των τέκνων σε κάθε δε περίπτωση εισφέρει τα κατάλληλα νομικά εργαλεία προκειμένου να επιτευχθεί αυτό με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Και για όλους αυτούς τους λόγους δηλώνω ότι το υπερψηφίζω.»