Με μία δύσκολη εξίσωση με πολλές παραμέτρους μοιάζει η επανεκκίνηση του τουριστικού κλάδου στην Ελλάδα, στη μέση της παλιάς τουριστικής σεζόν αλλά στην αρχή της επιστροφής στη «νέα –μερική- κανονικότητα», όπως συνηθίζουμε να την αποκαλούμε. Αυτή τη στιγμή τα κράτη αφέθηκαν να καταστρώσουν τα εθνικά τους σχέδια για τον τουρισμό και τα ταξίδια από τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορούσσε ή δεν ήθελε να το κάνει. Και η Ελλάδα έχει ένα μειονέκτημα αλλά έχει και πολλά πλεονεκτήματα.
Το βασικό της μειονέκτημα είναι ότι ο τουρισμός αποτελεί το μεγαλύτερο ποσοστό της οικονομίας της, ενώ σε συγκεκριμένες περιοχές είναι οριακά η αποκλειστική απασχόληση. Όσο λοιπόν θα πληγεί ο τουρισμός, όχι μόνο η διαμονή αλλά όλα τα επαγγέλματα που σχετίζονται με τον κλάδο, θα πληγεί και η οικονομία.
Να δούμε όμως και τα πλεονεκτήματα; Ο τουρισμός θα πληγεί φέτος ανεπανόρθωτα, αλλά είναι στο χέρι όλων μας να νοηματοδοτήσουμε ξανά και να ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο το brand που ονομάζεται «ελληνικός τουρισμός» και «ταξίδι/διακοπές στην Ελλάδα». Επίσης, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, απέδειξε σε όλη την Ευρώπη ότι μπορεί να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ένα πλάνο με επιτυχία. Με την επιτυχία αυτή, κατάφερε μέσα σε μία «νεκρη» περίοδο να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στα υπόλοιπα κράτη και τους λαούς τους, οι οποίοι έκαναν έμμεση διαφήμιση στην Ελλάδα και δεν είναι λίγοι εκείνοι που έβαλαν ως πρώτο προορισμό τη χώρα μας. Ο Έλληνας πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του, μπορούν και θα εκπονήσουν ένα σχέδιο για να διασωθέι το μεγαλύτερο asset της Ελλάδας. Σύμμαχοι στη διαδικασία αυτή είναι οι άνθρωποι του τουρισμού –επιχειρηματίες και εργαζόμενοι-, εκείνοι που γνωρίζουν από πρώτο χέρι γιατί η Ελλάδα αποτελεί παγκόσμιο προορισμό. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που ανταποκρίθηκαν με πειθαρχία στις οδηγίες για την πανδημία του κορονοϊού και θα το κάνουν ξανά για τη διάσωση του τουριστικού μας προϊόντος.
Το σημείο στο οποίο καλείται όμως να ισορροπήσει η Ελλάδα και να βγει με όσο το δυνατόν μικρότερες απώλειες είναι η διατήρηση της καλής επιδημιολογικής εικόνας με τα λίγα κρούσματα. Παράλληλα οι τοπικές κοινωνίες που πειθάρχησαν στα μέτρα, για να προστατέψουν το ύψιστο αγαθό της ανθρώπινης ζωής, δεν πρέπει να αντιμετωπίσουν πιθανά εισαγώμενα κρούσματα, κάτι που μπορεί να προκαλέσει πολλαπλάσια προβλήματα.
Σε κάθε περίπτωση δεν παύει να είναικαθήκον μας, να βρούμε τρόπους για να τους διευκολύνουμε και να τους επιβραβεύσουμε για όσα έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν, σε κάθε γωνιά της πατρίδας μας.