Σε ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια ήδη έχουν εντοπιστεί τα πρώτα κρούσματα συγγραφής φοιτητικών εργασιών με χρήση του λογισμικού ChatGPT. Στη Γερμανία το ιστορικό Πανεπιστήμιο του Τίμπιγκεν αποφάσισε να περιορίσει τη χρήση του εν λόγω λογισμικού για φοιτητές και ερευνητές. Στις ΗΠΑ καθηγητές εξετάζουν προφορικά τους φοιτητές στο περιεχόμενο των εργασιών που τους έχουν παραδώσει για να διαπιστώσουν εάν ξέρουν λεπτομέρειες και δεν τις έχει συντάξει το ChatGPT. Στα δημόσια σχολεία της Νέας Υόρκης απαγορεύθηκε εντελώς η χρήση του.
Το ChatGPT, η εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης που κυκλοφόρησε τον περασμένο Δεκέμβριο, σε πολύ σύντομο διάστημα έδειξε ότι θα εισαγάγει καινά δαιμόνια στην πανεπιστημιακή διδασκαλία, στις ερευνητικές εργασίες και τις εξετάσεις, παραδέχονται πανεπιστημιακοί στην «Κ». Η ταχύτητα εξάπλωσης και υιοθέτησης του chat bot ξαφνιάζει.
«Η λογική της καθολικής απαγόρευσης σε αυτή τη νέα πραγματικότητα μπορεί να λύσει το πρόβλημα; Μπορούμε να μιλάμε για απαγόρευση τέτοιων εφαρμογών μέσα σε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον, το οποίο εκπονεί έρευνα που εξελίσσει αυτές τις εφαρμογές περαιτέρω; Δεν το πιστεύω. Η τροποποίηση των κανόνων ηθικής και δεοντολογίας είναι αρκετή; Οι πτυχές του θέματος είναι πολλές και οι απαντήσεις καθόλου προφανείς», δήλωσε στην «Κ» ο Ανδρέας Φλώρος, καθηγητής Πληροφορικής, πρύτανης του Ιονίου Πανεπιστημίου και προεδρεύων της Συνόδου των Πρυτάνεων, η οποία στην επόμενη συνεδρίαση, τον Μάρτιο, θα ασχοληθεί για πρώτη φορά με τις προκλήσεις του ChatGPT.
«Πρόκειται για λογισμικό το οποίο μπορεί να παράγει διαλόγους ανταποκρινόμενο σε μικρά ή μεγαλύτερα κείμενα που του δίνουν οι χρήστες. Δηλαδή, είναι ένα ρομπότ που το έχουμε εφοδιάσει με πληροφορία μέσω Διαδικτύου και όταν το ρωτάμε κάτι, προσπαθεί να δημιουργήσει απαντήσεις με βάση όσα έχει μάθει. Θα το παρομοίαζα με μαθητή που έχει διαβάσει άπειρα κείμενα, όμως δεν τα έχει κατανοήσει, αλλά παπαγαλίσει», λέει στην «Κ» ο επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο, Κώστας Καρπούζης.
«Τέτοια συστήματα είναι σχεδιασμένα για να απαντούν σε ερωτήσεις με τρόπο φυσικό, διαλεκτικό, διαδραστικό, να παράγουν λόγο και όχι απλώς να προτείνουν πηγές άντλησης πληροφορίας. Δεν δίνουν απλώς αποτελέσματα αναζήτησης και πρόσβαση στο περιεχόμενο. Συγκεντρώνουν, επεξεργάζονται, συνθέτουν δεδομένα και δημιουργούν απαντήσεις, συσχετίζοντας μοτίβα και πληροφορίες. Εκπαιδεύονται διαρκώς με βάση τεράστια και εμπλουτιζόμενα σύνολα δεδομένων κειμένου», προσθέτει στην «Κ» η καθηγήτρια στο τμήμα Μηχανικών Πληροφοριακών και Επικοινωνιακών Συστημάτων του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Λίλιαν Μήτρου.
Προφανείς είναι οι χρήσεις του ChatGPT για σύνταξη εργασιών των φοιτητών ή απαντήσεων σε μια τηλεξέταση και κατ’ επέκταση οι προκλήσεις που θέτει στη λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. «Οι επιστήμες και οι τέχνες πάντα χρησιμοποιούσαν τεχνολογικά εργαλεία. Για παράδειγμα, οι συγγραφείς πέρασαν από την πένα στη γραφομηχανή, στον υπολογιστή, στα εργαλεία διαδικτυακού ψαξίματος και τους αυτόματους μεταφραστές. Το ίδιο γίνεται και τώρα, αλλά με άλλον τρόπο: τα δημιουργικά (ή γενεσιακά) νευρωνικά δίκτυα δημιουργούν “γενεσιακές πένες” και “γενεσιακά πινέλα”, όπως λέγονται, που μπορούν, στα κατάλληλα χέρια, να παράγουν νέα και πρωτόγνωρα είδη τέχνης και επιστήμης, ακόμη και ποίηση.
Η διαφορά που έκανε το ChatGPT ήταν η κατασκευή κειμένων που έχουν ροή και ενδεχομένως επιχειρηματολογία, άρα υποδηλώνουν στοιχεία φυσικής εξυπνάδας», εξηγεί ο Ιωάννης Πήτας, καθηγητής Πληροφορικής στο ΑΠΘ, στο τμήμα του οποίου πρόσφατα εξέτασαν, σαν να ήταν φοιτητής, το ChatGPT στο μάθημα της Ψηφιακής επεξεργασίας. Βαθμολογήθηκε με 8 στα 10. Πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν πως σε πολλά πανεπιστημιακά τμήματα της χώρας καθηγητές μελετούν τις «κακές» χρήσεις του ChatGPT από τους φοιτητές. Οπως παρατηρεί ο κ. Πήτας, οι πλέον ευάλωτοι κλάδοι είναι οι θεωρητικές επιστήμες, τα οικονομικά και η ιατρική, ενώ το ChatGPT δυσκολεύεται σε ερωτήσεις που περιέχουν σχήματα, δηλαδή στις αρχιτεκτονικές και τα τμήματα πληροφορικής.
Το ChatGPT δεν θα επιφέρει αλλαγές στις εξετάσεις διά ζώσης στο αμφιθέατρο χωρίς κινητά τηλέφωνα, μπορεί ωστόσο να χρησιμοποιηθεί στις εξ αποστάσεως εξετάσεις ή τις εργασίες. Γι’ αυτό μελετάται οι φοιτητές να εξετάζονται και προφορικά πάνω στο θέμα των εργασιών που καταθέτουν. «Εάν ζητάς εμβάθυνση στις ερωτήσεις, το ChatGPT δυσκολεύεται. Προσπαθούμε να προσαρμόσουμε τις ασκήσεις ώστε να μην μπορούν να απαντηθούν από το ChatGPT, ενώ πριν από τις εξετάσεις θέτουμε στο ChatGPT τις ερωτήσεις και μετά τις εξετάσεις τσεκάρουμε τα γραπτά των φοιτητών. Ουσιαστικά “τεστάρουμε” τις ασκήσεις στο ChatGPT πριν τους τις δώσουμε», προσθέτει ο Δημήτρης Φωτάκης, καθηγητής στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών ΕΜΠ.
Από την άλλη, όπως παρατηρεί ο κ. Καρπούζης, το ChatGPT έχει αδυναμίες: «Για παράδειγμα, σε αυτή τη φάση δεν θα μπορέσει να επιλύσει σωστά ένα πρόβλημα Φυσικής επιπέδου Δημοτικού ή Γυμνασίου, γιατί δεν έχει κατανοήσει τη σχέση ανάμεσα στη δύναμη και την επιτάχυνση ή την ενέργεια και την ταχύτητα ενός σώματος – αυτό που κάνει είναι να προσπαθεί να παράγει ένα κείμενο που μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο με αυτά που έχει μελετήσει».
«To ChatGPT επισημοποιεί μια εξέλιξη που έχει συντελεστεί στην εκπαιδευτική διαδικασία: το τέλος της γραπτής δοκιμασίας, ως αποτελεσματικό μέσο αξιολόγησης. Το διαπιστώνουμε στο επίπεδο των μεταπτυχιακών σπουδών, με την αυξανόμενη έλλειψη πρωτοτυπίας των διπλωματικών εργασιών, συχνά προϊόντα συρραφής από το Διαδίκτυο. Πλέον, η σχέση του εξεταζόμενου με το οποιοδήποτε έργο εμφανίζει ως δικό του, αποκαλύπτεται μόνο στο στάδιο της παρουσίασης», υπογραμμίζει ο Γιώργος Δελλής, καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών. «Καθώς μια από τις βασικές χρήσεις των συστημάτων παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης είναι η παραγωγή κειμένου, το ChatGPT θεωρήθηκε από την αρχή σαν “Δούρειος Ιππος” για την αντιγραφή και τη λογοκλοπή στο σχολείο και το πανεπιστήμιο. Αν και η παραγωγή κειμένων στα Ελληνικά δεν θα γίνει ποτέ το ίδιο αποτελεσματική όσο στις δυτικές γλώσσες, απλά γιατί δεν υπάρχει εμπορικό ενδιαφέρον για να εκπαιδευθεί ένα τέτοιο σύστημα με τον όγκο των κειμένων που απαιτείται, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε αυτόν τον κίνδυνο – ειδικά από τη στιγμή που τα συστήματα που εκτιμούν την πιθανότητα να έχει γραφτεί ένα κείμενο από κάποιον τέτοιο αλγόριθμο θα είναι πάντα ένα βήμα πίσω από τους επίδοξους αντιγραφείς», δηλώνει ο κ. Καρπούζης.
«Κατά βάση, δεν πρόκειται τόσο για λογοκλοπή όσο για συγγραφή εργασίας από “τρίτο πρόσωπο” – που συνιστά και αυτή ανεπίτρεπτη μορφή εξαπάτησης. Το εν λόγω λογισμικό δεν αντιγράφει απευθείας τις πηγές, αλλά ανασυνθέτει – αναδιατυπώνει το διαθέσιμο υλικό. Ετσι, η διεργασία μοιάζει περισσότερο με τη συμβολή τρίτου, το οποίο όμως δεν είναι φυσικό πρόσωπο –σημειωτέον ότι η έναντι αντιτίμου συγγραφή εργασιών από τρίτους συγγραφείς απαντά, δυστυχώς, στα πανεπιστήμια εδώ και χρόνια–, αλλά μια εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης, που παρέχει άμεσο αποτέλεσμα και δωρεάν», τονίζει ο Αντώνης Καραμπατζός, καθηγητής Αστικού Δικαίου στη Νομική Αθηνών. Ο ίδιος εστιάζει στους κινδύνους, λέγοντας ότι «το φαινόμενο είναι πρωτόγνωρο και απειλεί βασικές αρχές της ακαδημαϊκής δεοντολογίας, αλλά και την πρωτότυπη πνευματική δημιουργία και την κριτική σκέψη. Και ενώ μπορεί ενίοτε να είναι ευχερώς αναγνωρίσιμη η χρήση ενός λογισμικού, όπως το ChatGPT, δεν είναι διόλου εύκολη η απόδειξή της, καθώς το λογισμικό δίνει μια και μοναδική απάντηση στον κάθε ερωτώντα».
«Η κοσμογονική μεταβολή των γνωσιακών εργαλείων δεν χρειάζεται να προκαλεί πανικό. Μήπως δεν έχουμε περάσει στην εποχή των podcasts αντί για το παραδοσιακό πανεπιστημιακό σύγγραμμα; Οσο για τον γραπτό λόγο, ας μείνει για τα λίγα επιστημονικά δημιουργήματα που διεκδικούν μοναδικότητα (διδακτορικά, μονογραφίες). Εκεί η ψηφιακή τεχνολογία καθίσταται αρωγός, διότι αποκαλύπτει τη λογοκλοπή, ανεξάρτητα από την ανθρώπινη ή μηχανική προέλευση του αναπαραγόμενου κειμένου», παρατηρεί ο κ. Δελλής. «Ισως όμως είναι και μια καλή ευκαιρία να αναλογιστούμε τι ακριβώς είναι αυτό που ζητάμε από τους μαθητές και τους φοιτητές μας σε επίπεδο γνώσεων και, κυρίως, κριτικής ικανότητας: αν οι απαντήσεις που ζητάμε σε ένα διαγώνισμα μπορούν να δοθούν από έναν… πολυδιαβασμένο μαθητή, που όμως έχει παπαγαλίσει και όχι κατανοήσει ή κατακτήσει την ύλη, τότε το ChatGPT όντως θα πάρει ένα βαθμό πολύ κοντά στο άριστα», προσθέτει ο κ. Καρπούζης.
Οπως τονίζει ο κ. Πήτας, «ο πραγματικός υπαρκτός κίνδυνος είναι ότι τα έργα της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί και να κοροϊδέψουν πολύ κόσμο, ακόμη και ειδικούς και, χειρότερα, να φοβίσουν τον κόσμο. Μια φοβισμένη κοινωνία μόνον αυτοκαταστροφική μπορεί να είναι. Το είδαμε πρόσφατα με τον κορωνοϊό. Ευτυχώς, δεν μπορούμε να σταματήσουμε την επιστημονική πρόοδο. Οσοι το έκαναν, π.χ. οι Λουδίτες, απέτυχαν οικτρά. Τι μπορούμε να κάνουμε; Να μορφώσουμε τον κόσμο, ώστε να έχουμε πολίτες και επιστήμονες με κριτική σκέψη, ικανότητα γενίκευσης, φαντασία, συναίσθημα και γνώσεις. Ομως αυτό πρέπει να γίνει τώρα και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλιώς η ανθρωπότητα κινδυνεύει από εσωτερική κατάρρευση, αν αποδειχθεί ανίκανη να χειριστεί την παραγωγή και μετάδοση γνώσης. Εχει συμβεί και στο παρελθόν, για άλλους λόγους, στην αρχή του Μεσαίωνα. Τώρα όμως ξέρουμε καλύτερα. Αφού διαχειριστήκαμε με επιτυχία τον πυρηνικό κίνδυνο, μπορούμε να το κάνουμε και για τους τρέχοντες κινδύνους της τεχνητής νοημοσύνης».
«Θα βάλω την εφαρμογή στο μάθημά μου ως εργαλείο»
Την αξιοποίηση του ChatGPT στο επόμενο εαρινό εξάμηνο έχει αποφασίσει η Ρεβέκκα Παιδή, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.
Το ίδιο θα κάνουν και οι διδάσκοντες στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Πρόκειται για αιρετική θέση, τη στιγμή που η πανεπιστημιακή κοινότητα αναζητεί τρόπους να ξεπεράσει τα προβλήματα που θα δημιουργήσει στην εκπαιδευτική διαδικασία το ChatGPT; «Δεν είναι εχθρός το ChatGPT. Θα το αξιοποιήσω ως εργαλείο ενεργητικής μάθησης στο μάθημα Ανάλυση Εξωτερικής Πολιτικής. Σε ατομικές και ομαδικές ασκήσεις μέσα στο αμφιθέατρο οι φοιτητές θα χρησιμοποιούν το ChatGPT ως συνεργάτη παίρνοντας ιδέες από τις απαντήσεις του, αξιολογώντας τις απαντήσεις ή αναζητώντας τα λάθη που κάνει», παρατηρεί η κ. Παιδή.
Η ίδια πιστεύει ότι η τεχνολογία θα βοηθήσει στο μέλλον στον εντοπισμό κειμένου που προέρχεται από εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης. «Ωστόσο, η δαιμονοποίηση του ChatGPT είναι ανώφελη. Οι φοιτητές μας θα το χρησιμοποιήσουν έτσι κι αλλιώς. Είναι προτιμότερο να τους δείξουμε τρόπους να το χρησιμοποιούν εποικοδομητικά.
Μια άσκηση κριτικής ανάλυσης των αποτελεσμάτων του ChatGPT, για παράδειγμα, είναι πολλαπλά ωφέλιμη. Και αυτό διότι συνδυάζει τη γνώση με τις κριτικές ικανότητες και καλλιεργεί την πεποίθηση ότι δεν μπορούμε να δεχόμαστε την πληροφορία στο Διαδίκτυο άκριτα, χωρίς το φίλτρο της γνώσης. Η σύγκριση μιας περίληψης που έχει γράψει μια φοιτήτρια με την περίληψη που προσφέρει το ChatGPT για το ίδιο θέμα, μπορεί να αναδείξει δυνατότητες και αδυναμίες και να δώσει εναλλακτικές προοπτικές. Το ChatGPT μπορεί να αποδειχθεί ένας χρήσιμος συνεργάτης στην τάξη, σε μια εποχή που η διδασκαλία και η μάθηση καλούνται να αντιμετωπίσουν επαναστατικές αλλαγές», παρατηρεί η ίδια.
Από την άλλη, εκτός από τη χρήση του ChatGPT για τη δημιουργία περιεχομένου, η τεχνητή νοημοσύνη είναι κι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον αντικείμενο έρευνας, όχι μόνο για τους επιστήμονες των υπολογιστών, αλλά και γι’ αυτούς των ανθρωπιστικών επιστημών. Οπως δήλωσε στην «Κ» ο επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο, Κώστας Καρπούζης, «στο τμήμα μου θα χρησιμοποιήσουμε κατά το επόμενο εξάμηνο το ChatGPT και τις συναφείς τεχνολογίες σε δύο μαθήματα, δημιουργώντας πρωτότυπο περιεχόμενο που θα χρησιμοποιηθεί κατά την ανάπτυξη ψηφιακών παιχνιδιών (σενάριο, οπτικό υλικό, ηχητικά εφέ και μουσική), αλλά και μελετώντας το πώς αυτές οι τεχνολογίες αναπαράγουν τα έμφυλα και φυλετικά στερεότυπα που περιέχονται στα δεδομένα με τα οποία έχουν εκπαιδευθεί: απλά ζητήστε από το ChatGPT να σας γράψει ένα κείμενο για έναν υποθετικό γιατρό και μετρήστε σε πόσα από τα κείμενα που θα παράγει θα χρησιμοποιεί ένα όνομα που παραπέμπει σε μια γυναίκα ή σε έναν μετανάστη».
Πηγή kathimerini.gr