Ψηφίστηκε το νομοσχέδιο για τα καταπατημένα ακίνητα του δημοσίου, που δίνει δικαίωμα εξαγοράς ακινήτων αλλά και απόκτησης τίτλων ιδιοκτησίας για χιλιάδες πολίτες. Το θέμα αφορά και σε πολλές τουριστικές και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.
Η διαδικασία, σύμφωνα με τις προβλέψεις του νομοσχεδίου, θα γίνει μέσα από ηλεκτρονική πλατφόρμα αιτήσεων και για κάθε αίτηση θα υπάρχει παράβολο 300 ευρώ.
Η εξαγορά των ακινήτων θα γίνει με βάση τις αντικειμενικές αξίες.
Δικαίωμα να εξαγοράσουν δημόσιες εκτάσεις έχουν πολίτες που ασκούν κατοχή για τουλάχιστον 30 χρόνια με τίτλο υπέρ των ιδίων ή των δικαιοπαρόχων τους πάνω στα συγκεκριμένα ακίνητα.
Δικαίωμα εξαγοράς έχουν επίσης πολίτες που ασκούν κατοχή επί 40 τουλάχιστον χρόνια πάνω στα συγκεκριμένα ακίνητα, εφόσον σε αυτά βρίσκεται η κύρια και μοναδική κατοικία τους, η οποία καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες των ιδίων ή των οικογενειών τους.
Το ίδιο ισχύει για τους πολίτες και τα νομικά πρόσωπα που ασκούν κατοχή αδιαλείπτως για 40 τουλάχιστον χρόνια πάνω σε αυτά τα ακίνητα, εφόσον σε αυτά ασκούν τουριστική, βιοτεχνική, βιομηχανική ή αγροτική δραστηριότητα.
Μέσα από τη νομοθετική αυτή πρωτοβουλία δίνεται λύση σε ένα κοινωνικό πρόβλημα ετών.
Δίνεται μόνιμη, βιώσιμη και οριστική λύση στο ιδιοκτησιακό καθεστώς δημόσιων ακινήτων για τα οποία εμφανίζονταν ως ιδιοκτήτες στην Εφορία και σε άλλες υπηρεσίες ιδιώτες, πληρώνοντας και τους ανάλογους φόρους.
Ταυτόχρονα, το δημόσιο θα έχει πολύ σημαντικά έσοδα από τις εξαγορές.
Η ρύθμιση για τα ακίνητα που υφαρπάχθηκαν από το δημόσιο δυνάμει ανυπόστατων αποφάσεων εκποίησής τους με τον 719/77 από το Ελληνικό Δημόσιο και ακολούθως πωλήθηκαν σε καλόπιστους τρίτους που βρίσκονται αντιμέτωποι με αγωγές έχει ως εξής:
Άρθρο 18
Ρύθμιση διαφορών για ακίνητα που υπάγονται στο Κτηματολόγιο Δωδεκανήσου
Όποιος έχει αποκτήσει είκοσι (20) έτη πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος, από επαχθή αιτία ακίνητο που κείται σε περιοχές όπου λειτουργεί το Κτηματολόγιο Δωδεκανήσου, σύμφωνα με το κυβερνητικό διάταγμα 132/1.9.1929 περί Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου, και στηρίζει το δικαίωμα του σε κτηματολογικές εγγραφές, οριστικές ή μεταγενέστερες, η εγκυρότητα των οποίων αμφισβητήθηκε από το Δημόσιο μέσω άσκησης αγωγής, δικαιούται να υποβάλει στην οικεία κτηματική υπηρεσία αίτηση για την οριστική επίλυση της διαφοράς με τίμημα, που αντιστοιχεί στο πενήντα τοις εκατό (50%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, προσαυξανόμενου κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), εφόσον υπάρχει κτίσμα. Η αίτηση υποβάλλεται εντός προθεσμίας δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος και συνοδεύεται από πιστοποιητικό ή βεβαίωση του κτηματολογικού γραφείου, από τα οποία αποδεικνύονται:
α) η ιδιότητα του αποκτήσαντος το ακίνητο από επαχθή αιτία,
β) οι κτηματολογικές εγγραφές και γ) η μεταγενέστερη των εγγραφών αυτών άσκηση αγωγής από το Δημόσιο.
Στον χρόνο της κατοχής του αιτούντος συνυπολογίζεται και ο χρόνος κατοχής των δικαιοπαρόχων του. Μετά την παραλαβή της αίτησης και των δικαιολογητικών, η οικεία κτηματική υπηρεσία προσδιορίζει το τίμημα και καλεί τον αιτούντα να καταβάλει αυτό είτε εφάπαξ με έκπτωση ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) επί του τιμήματος, είτε τμηματικά σε δώδεκα (12) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις κατ’ ανώτατο όριο, εντός δώδεκα (12) μηνών, στην κατά τόπο αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.). Μετά την πλήρη εξόφληση του τιμήματος, η Δ.Ο.Υ. εκδίδει σχετική βεβαίωση, η οποία κοινοποιείται στην οικεία κτηματική υπηρεσία, προκειμένου το Δημόσιο να προβεί σε παραίτηση από το δικόγραφο και το δικαίωμα της αγωγής. Με επιμέλεια του αιτούντος, καταχωρίζεται στα κτηματολογικά βιβλία του οικείου κτηματολογικού γραφείου η απόφαση του υπουργού Οικονομικών περί παραίτησης του Δημοσίου, τηρουμένου του α.ν. 1521/1950 (Α’245), όπως κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1587/1950 {Α’ 294), περί φόρου μεταβίβασης ακινήτων.
Πηγή:www.dimokratiki.gr