Το διηγήθηκε πρόσφατα στην «Κ» 21χρονος φοιτητής της Νομικής Αθηνών. Στο γυμνάσιο αγαπημένο του μάθημα ήταν η χημεία, αλλά η επαγγελματική προοπτική του χημικού δεν τον γοήτευε. Σκέφτηκε ιατρική, αλλά ούτε! Τελικά επέλεξε τα μαθήματα της θεωρητικής κατεύθυνσης με στόχο τη νομική και καθώς πέτυχε στη σχολή τώρα σκέφτεται να ακολουθήσει ή τον διπλωματικό κλάδο ή δημοσιογραφία. Δεν είναι ο μόνος που βρέθηκε σ’ αυτό το δίλημμα. Πολλοί έφηβοι στο λύκειο δεν έχουν ξεκαθαρίσει τον κλάδο σπουδών που θα ακολουθήσουν μετά την αποφοίτησή τους, ο οποίος θα αποτελέσει τη βάση για το επαγγελματικό τους πεδίο. Εργαλεία για να βοηθήσουν τους μαθητές να ανιχνεύσουν την προσωπικότητά τους, τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητές τους αποτελούν τα τεστ κλίσεων και δεξιοτήτων. Ηδη είναι διαδεδομένα στα ιδιωτικά σχολεία και το υπουργείο Παιδείας σχεδιάζει την εισαγωγή τους σε όλους τους μαθητές των δημοσίων σχολείων από την επόμενη σχολική χρονιά. Η τάξη στην οποία θα διενεργούνται στους μαθητές τα τεστ θα αποφασιστεί σε συνεννόηση με το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Ομως, το πιο πιθανό είναι να γίνονται στους μαθητές της Α΄ Λυκείου, ενόψει της απόφασής τους για το εάν θα συνεχίσουν στο Γενικό ή σε Επαγγελματικό Λύκειο και το ποια επιστημονική ή τεχνολογική κατεύθυνση θα επιλέξουν. Ως υπόδειγμα θα αξιοποιηθούν τεστ που οργανώνονται σήμερα σε ιδιωτικά σχολεία και συνήθως στους μαθητές στο τέλος γυμνασίου ή την Α΄ Λυκείου.
Οπως εξηγεί στην «Κ» ο Χρήστος Ατλάσης, διδάκτωρ ψυχομετρίας και πιστοποιημένος σύμβουλος επαγγελματικού προσανατολισμού σε ιδιωτικό σχολείο, «με τα τεστ επαγγελματικού προσανατολισμού καταγράφονται βασικά στοιχεία της προσωπικότητας του παιδιού – είναι τύπος πρακτικός, ερευνητικός, καλλιτεχνικός, κοινωνικός, επιχειρηματικός ή συμβατικός, όπως ορίζει η τυπολογία κατά Holland. Ενα άλλο στοιχείο που ποσοτικοποιούν τα τεστ είναι τα ενδιαφέροντα του παιδιού, τα οποία αλλάζουν, ιδίως στην εφηβεία. Επίσης μετράται η αυτοεκτίμηση του παιδιού, τα ενδιαφέροντά του, οι ικανότητές του. Αυτά βοηθούν τον σύμβουλο να παρουσιάσει στο παιδί επαγγελματικά περιβάλλοντα που του αρμόζουν».
Οι συνεδρίες
Αρχικά, πάντα με την παρουσία γονέα, γίνονται ατομικές συνεδρίες συμβουλευτικής, στις οποίες λαμβάνεται το ιστορικό του παιδιού (ακαδημαϊκό προφίλ, ενδιαφέροντα, δραστηριότητες, προσδοκίες, οικογενειακό πλαίσιο, πρότυπα κ.λπ.).
Κατόπιν το παιδί απαντάει σε σειρά ερωτήσεων –περίπου 500– μέσα σε περίπου μία ώρα στον υπολογιστή του. Με βάση το ερωτηματολόγιο:
•Αξιολογούνται οι αριθμητικές, γλωσσικές, μηχανικές ικανότητες του παιδιού, ο διαγραμματικός συλλογισμός (η ικανότητα ενός ατόμου να κατανοεί γεωμετρικά σχήματα και σχέδια), η ταχύτητα αντίληψης που διαθέτει το παιδί, η κριτική ικανότητα, η αφαιρετική, η επαγωγική κ.ά. Για παράδειγμα, δίνονται ερωτήσεις με μοτίβα, διαγράμματα, παζλ, σχήματα και ζητείται από το παιδί να συμπληρώσει αυτό που λείπει. Οι ερωτήσεις μοιάζουν με τεστ IQ προσαρμοσμένο στην ηλικία του παιδιού.
Πρόκειται για εργαλεία τα οποία βοηθούν τους μαθητές να ανιχνεύσουν τα ενδιαφέροντα και τις ικανότητές τους, ώστε να επιλέξουν μια σταδιοδρομία που τους ταιριάζει.
•Στη συνέχεια αξιολογείται το προφίλ της προσωπικότητάς του. Οι ερωτήσεις σχετίζονται με συμπεριφορές, συναισθήματα και στάσεις και μπορούν να ποσοτικοποιήσουν πρωτογενή χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ενός εφήβου. Ενδεικτικά, στα ερωτηματολόγια περιλαμβάνονται ερωτήσεις, όπως «μια φίλη σου βρίσκεται στο λεωφορείο και κάποιος επιβάτης την πειράζει και της φέρεται με αναίδεια. Θα παρέμβεις και πώς, θα ανεβάσεις βίντεο στο Facebook, θα μείνεις απαθής;».
•Επόμενο πεδίο αξιολόγησης τα στοιχεία αυτοεκτίμησης που διαθέτει το παιδί και η αποδοχή που εισπράττει από τον εαυτό του, την οικογένειά του, τους φίλους του. Μετράται για παράδειγμα εάν το παιδί υποτιμά τον εαυτό του και εάν μπορεί να πάρει ικανοποίηση από τη λήψη αποφάσεων. «Θεωρείς τον κολλητό σου περισσότερο αποδεκτό στην παρέα από ό,τι είσαι εσύ; Το σχολικό περιβάλλον πώς σου φαίνεται; Είναι ευχάριστο, δυσάρεστο, μέτριο; Εχεις δεχθεί επιθέσεις από καθηγητή, μαθητή, φίλο, εξωσχολικό;», είναι ορισμένες από τις ερωτήσεις που δίνονται.
•Τέταρτο πεδίο αξιολόγησης είναι ο τρόπος που το παιδί λαμβάνει αποφάσεις. Ενδεικτικά, το παιδί καλείται να απαντήσει εάν προτιμά να παίρνει μαζί του έναν φίλο ή να είναι μόνο του όταν πηγαίνει να αγοράσει ρούχα και προσωπικά αντικείμενα, εάν αλλάζει εύκολα γνώμη, ακόμη κι αν αυτό που διάλεξε δεν έχει κάποιο ελάττωμα, εάν στο εστιατόριο παραγγέλνει ό,τι παίρνουν οι άλλοι ή είναι σταθερό στην απόφασή του.
•Κατόπιν αξιολογούνται τα ενδιαφέροντά του. Για παράδειγμα, ερωτάται πόσο προτιμά να κάνει αθλήματα, εάν θα βοηθούσε έναν γιατρό στο χειρουργείο, εάν του αρέσει να χρησιμοποιεί τα χέρια του στη δουλειά, εάν του αρέσει να διδάσκει.
Ανάλυση και συγκρίσεις
Στην επόμενη φάση οι απαντήσεις αναλύονται από τον σύμβουλο συνδυαστικά και συγκρίνονται με τους μέσους όρους που προέκυψαν από απαντήσεις που έδωσαν για τις ανάγκες του τεστ επαγγελματίες διαφόρων κλάδων, οι οποίοι έχουν υψηλή επαγγελματική ικανοποίηση. Ετσι εξάγεται ένα συμπέρασμα για τις πιθανότητες που έχει ένα παιδί να πάρει ικανοποίηση και να είναι ευτυχισμένο εάν ακολουθήσει ένα επάγγελμα. «Συχνά, βέβαια, απαιτούνται περισσότερες συνεδρίες είτε ανάπτυξης ενδιαφερόντων όπου αναλύονται οι επαγγελματικές προοπτικές των αποφοίτων από σχολές που είναι στα ενδιαφέροντα του μαθητή είτε συνεδρίες ωρίμανσης, όπως ονομάζονται, της διαδικασίας λήψης επαγγελματικής απόφασης», παρατηρεί ο κ. Ατλάσης.
Για τα τεστ, το υπουργείο θα συνεργαστεί με στελέχη του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ). Οπως δήλωσε στην «Κ» ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης, «στο υπουργείο έχουμε να κερδίσουμε το εξής στοίχημα. Τα παιδιά μας να γνωρίζουν τις κλίσεις και τις δεξιότητές τους καλύτερα πριν συμπληρώσουν το μηχανογραφικό τους δελτίο. Και τούτο, γιατί οφείλουμε να τους δώσουμε ακόμη ένα εργαλείο, ακόμη ένα εφόδιο για να ανθήσουν επαγγελματικά. Ζούμε σε ένα περιβάλλον το οποίο μεταβάλλεται ραγδαία λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων, της υψηλής εξειδίκευσης, η οποία απαιτείται πλέον σε πολλά αντικείμενα κ.ά. και πρέπει να προετοιμάσουμε τα παιδιά μας κατάλληλα. Κάθε μαθητής διαθέτει δεξιότητες και ταλέντα που τον καθιστούν μοναδικό. Οσο πιο έγκαιρα εντοπιστούν τόσο πιο έγκαιρα θα καλλιεργηθούν και θα συμβάλουν καταλυτικά στη μετέπειτα πορεία του».
Πηγή kathimerini.gr - Απόστολος Λακασάς