Με το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης όλοι σχεδόν οι Αιγαιοπελαγίτες καπεταναίοι και ναυτικοί συμμετείχαν με τα σκάφη τους στις θαλάσσιες επιχειρήσεις κατά των Τούρκων. Λέγεται –χωρίς αυτό να είναι εξακριβωμένο- ότι μερικά πλοία της Κω με τα πληρώματά τους έσμιξαν στις 24 Ιουνίου του 1821 με τα Υδραίικα στον κοινό αγώνα. Ίσως το γεγονός αυτό να υπήρξε η αφορμή που οδήγησε τους Τούρκους να προβούν σε αντίποινα με τραγικές για τους χριστιανούς κατοίκους της Κω συνέπειες. Ο Γάλλος περιηγητής, διπλωμάτης και συγγραφέας F.C.H.L. Pouqueville στο έργο του: «Ιστορία της Αναγέννησης της Ελλάδας 1740-1824», τόμος Γ΄, Έκδοση Χαϊδελβέργης 1824, σελ. 33, έγραψε πρώτος την είδηση πως στην Κω κρεμάστηκαν κάτω από τον πλάτανο πολλοί ιερείς, ενώ 900(;) χριστιανοί αποκεφαλίστηκαν [ θεωρώ απίθανο τον αριθμό αυτό, που μάλλον προέκυψε από τυπογραφικό λάθος]. Όλοι θα είχαν εκτελεστεί αν δεν τους προστάτευε ο Πασάς στο κάστρο. Διαρκούσης, μάλιστα, της αναρχίας, τονίζει ο Pouqueville, ο Πρόξενος της Γαλλίας μ’ ένα πλοίο μετέφερε πολλούς εκδιωχθέντες στη Νίσυρο, στην Τήλο, ακόμη και στις ακτές της Αλικαρνασσού.
Αλλά και ο ιστοριογράφος Σπυρίδων Τρικούπης στο τετράτομο έργο του: «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», που πρωτοεκδόθηκε το 1853, αφού αναφέρει τα μέρη του νησιού όπου βρίσκονταν διασκορπισμένοι οι κάτοικοι της Κω το 1821, τονίζει: «Οι εντόπιοι Τούρκοι, αν και υπερίσχυον και κατά τον αριθμόν και κατ’ άλλα, μετέφεραν τον Απρίλιον εις την νήσον εκ των της Ανατολής μερών, κατά διαταγήν της Πύλης, δια φόβον ενδεχομένης εξωτερικής επιδρομής Ελλήνων, εξακοσίους οπλοφόρους. Αταξίαι, αρπαγαί και φόνοι σποράδην συνέβαινον έκτοτε καθ’ ημέραν, αλλά τα κακά εκορυφώθησαν την 11 Ιουλίου. Εκ μόνων των κατοίκων της Χώρας εσφάγησαν 98, όλαι δε αι οικίαι εγυμνώθησαν, οι ναοί κατεπατήθησαν και εβεβηλώθησαν, τα ιερά εχλευάσθησαν, αι νέαι γυναίκες, όσαι δεν κατέφυγαν εις τα όρη, εκρατήθησαν και μετά τρεις ημέρας απελύθησαν. Πάσα αιδώς εν ενί λόγω εξέλιπε και πας σπινθήρ ελέους εσβέσθη». Συνεχίζοντας ο Τρικούπης σημειώνει ότι όλα αυτά έγιναν σε βάρος ενός λαού, που δεν είχε δώσει σημεία επαναστατικής διάθεσης, ούτε είχε ακούσει ποτέ αν υπήρχε Φιλική Εταιρεία, ούτε κατείχε όπλα, αφού απαγορευόταν ανέκαθεν στους χριστιανούς της Κω η κτήση και η χρήση τους.
Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι τις σφαγές της Κω με αφορμή το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 τις αγνοούν τελείως οι καταγραφές στους Κώδικες του «Αρχείου Δουλείας» της Μητρόπολης Κω εκείνης της περιόδου. Μόνο ο Κώος ιστοριοδίφης Ιάκωβος Ζαρράφτης αναφέρει, αόριστα όμως, ότι κατά τους επαναστατικούς χρόνους υψώθηκε η επαναστατική σημαία στην Κέφαλο, όπως και στη Χώρα της Καλύμνου, όπου εκδιώχθηκαν οι Τούρκοι φύλακες του κάστρου της, προσθέτοντας: «Αλλ’ εις αντίκτυπον επληρούτο ο της Κω ορίζων φρικτών οιμωγών σφαγών οικογενειών και παλουκωμάτων ανδρών και λοιπών τρομερών ανουσιοργημάτων».(Ιακώβου Ζαρράφτου, Κώια Β΄ Μέρος, Ιστορία της Κω από των αρχαιοτάτων μέχρις ημών, Τύποις Ν.Ι. Νικολαΐδου Κως 1922, σελ.101-102).
Σε έρευνα των ιστορικών ημερολογίων των ελληνικών ναυμαχιών του 1821 βρήκα στα ημερολόγια του Υδραίου ναυμάχου του αγώνα Αναστασίου Τσαμαδού τις ακόλουθες πληροφορίες. Το πρωί της 29ης Ιουλίου του 1821, γράφει ο Τσαμαδός, μια «σκαμπαβία» (βάρκα) από το σκάφος του, που ήταν αραγμένο στον κάβο της Κεφάλου, έβγαλε στο νησί 30 αρματωμένα παλληκάρια μαζί με τον Κρητικό παπά Ιερεμία Σιναΐτη, μέλος του πληρώματος, «δια να απαντήσουν τους Τούρκους και να λάβουν τας αναγκαίας ζωοτροφίας» (τρόφιμα).Και ο Τσαμαδός συνεχίζει: «Ώρα 2 ½ ήλθεν η σκαμπαβία αρματωμένη με όλα τα παλληκάρια, τα οποία αντεστάθησαν ανδρείως πολεμούντες και φυλάγοντες βάρδιαις εις το βουνό δια να ημπορέσουν οι επίλοιποι να πάρουν τα αναγκαία της ζωοτροφίας μας».
Από το κείμενο αυτό του Τσαμαδού συμπεραίνουμε ότι προϋπήρξαν κάποιες επαφές και συνεννοήσεις των συντρόφων αγωνιστών του Έλληνα ναυμάχου με τους κατοίκους της Κεφάλου, για να μπορέσουν οι πρώτοι να βγουν στο νησί και να προμηθευτούν τρόφιμα κρυφά πια από τους Τούρκους, γεγονός που μας κάνει να πιστεύουμε ότι σίγουρα άγγιξε τους κατοίκους του μικρού και απομακρυσμένου χωριού της Κω ο σπινθήρας της Επανάστασης. Το τίμημα όμως το πλήρωσαν ακριβά οι χριστιανοί κάτοικοι της Χώρας (πόλης Κω), όπου το τουρκικό στοιχείο, καθώς ήταν πολυπληθές, φανατισμένο και πανίσχυρο, προέβη σε κάθε είδους φρικαλεότητες, οδηγώντας στην αγχόνη και στον εξανδραποδισμό πολλούς Κώους, όπως χαρακτηριστικά περιγράφουν οι συγγραφείς Pouqueville και Τρικούπης.(Απόσπασμα από το σύγγραμμά μου: «Ιστορία της νήσου Κω», 1990, σελ.353 και αγγλόφωνη έκδοση, 2015, σελ.349-350).