Το κρύο όσο βράδιαζε γίνονταν όλο και πιο τσουχτερό, ενώ το ψιλοβρόχι συνδυασμένο με τις σκόρπιες νιφάδες χιονιού, άρχισε να ασπρίζει την κορφή του βουνού Δίκαιος και να κάνει πιο ολισθηρούς τους δρόμους.
Ο Φώτης κόλλησε το πρόσωπο του, στην στολισμένη βιτρίνα, του βιβλιοπωλείου. Με μάτια γεμάτα θαυμασμό και αχόρταγη περιέργεια, έβλεπε το Χριστουγεννιάτικο Δέντρο, που αναβόσβηνε με τα χρωματιστά λαμπιόνια του. Μερικές κάρτες, με την Γέννηση του Χριστού, το περιτριγύριζαν. Ο μικρός μαθητής, διάβαζε προσεκτικά τα εξώφυλλα των βιβλίων. Εκείνο το πρώτο βιβλιοπωλείο της μεταπολεμικής εποχής, ξεχώριζε ανάμεσα στο όμορφα κτήρια στον ανηφορικό δρόμο, της νησιωτικής μικρής πόλης.
Απέναντι ήταν το πανέμορφο κτήριο της Εθνικής Τράπεζας, ενώ πιο πέρα στεκόταν το Ιταλικό οικοδόμημα του Μουσείου, που στέγαζε τους πολύτιμους θησαυρούς, που έκρυβε στα σπλάχνα της για χρόνια η Κωακή γη, όπως το σημαντικό άγαλμα του Κώου Ιατρού Ιπποκράτη.
‘Βιβλιοπωλείο Δημήτριος Γαληνός.’ Έγραφε η ταμπέλα.
Ο μικρός Φώτης, μπήκε μέσα και ρώτησε.
-Πόσο κάνουν κυρ Δημήτρη, τα Άπαντα του Παπαδιαμάντη;
-Δέκα ολόκληρες δραχμές, του απάντησε εκείνος και συνέχισε να τυλίγει Χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια, σε μια καλοντυμένη κυρία.
Ο Φώτης, μαθητής της δευτέρας Γυμνασίου, είχε ξεχωριστό πάθος για τη λογοτεχνία. Έριξε μια πιο προσεκτική ματιά στα ράφια. Αλέξανδρος Μωραϊτίνης, Κωστής Παλαμάς, Γεώργιος Βιζυηνός, Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Διονύσιος Σολωμός, Γεώργιος Δροσίνης, Ιωάννης Πολέμης, Κώστας Καβάφης, Νίκος Καζαντζάκης, Κώστας Καρυωτάκης, Μαρία Ιορδανίδου, Πηνελόπη Δέλτα.κλπ.
Ατέλειωτος ο κατάλογος και τα βιβλία που έστεκαν καμαρωτά στα ράφια, έτοιμα να διηγηθούν τον πλούτο της Ελληνικής ποίησης και πεζογραφίας. Όλος ο ανεκτίμητος θησαυρός της Ελληνικής γλώσσας, συγκεντρωμένος μέσα στις κιτρινισμένες σελίδες τους. Μερικά παραμύθια, έμοιαζαν και αυτά μαγικά, με τις χρωματιστές σελίδες τους.
Ανάμεσα στα τόσα Σχολικά αγαθά, σε ένα ράφι, μοστράριζε μια ολοκαίνουργια γραφομηχανή. Ο Φώτης ξαναρώτησε.
-Πόσο έχει αυτή εδώ, κυρ Δημήτρη;
-Αυτή έχει διακόσιες πενήντα δραχμές, αλλά μπορώ να σου τη δώσω και με δόσεις, του απάντησε ο καλοσυνάτος βιβλιοπώλης, ο Γαληνός
και πρόσθεσε.
-Εσύ μια μέρα, θα γίνεις μεγάλος συγγραφέας.
Ο μαθητής έφυγε, με τις επιθυμίες να τον πλημμυρίζουν και τις σκέψεις να τον μπερδεύουν. Έπρεπε να βρει τρόπο, να αγοράσει το βιβλίο με τα Άπαντα του Παπαδιαμάντη, όσο για τη γραφομηχανή, αυτή μπορούσε να περιμένει.
-Αυτό είναι σκέφθηκε, αύριο θα πω τα κάλαντα.
Την επόμενη ημέρα, φόρεσε το φθαρμένο παλτό του, φίλησε την μητέρα του και με ένα αυτοσχέδιο τρυγονάκι που έφτιαξε με κομμάτια σιδερικών, ξεχύθηκαν μαζί με τον φίλο του τον Ιορδάνη, στους γύρω δρόμους.
Πέρασαν τις λαϊκές κατοικίες, της φτωχογειτονιάς του και κατέβηκαν ως την μεγάλη Πλατεία Ελευθερίας. Μέρες γιορτινές, μέρες Χριστουγεννιάτικες και το κέντρο της χώρας στο νησί Μεροπίς, ήταν γεμάτο με κόσμο, που κρατούσε στα χέρια του αγορασμένα δώρα και τρόφιμα.
Οι μικροπωλητές στα ξύλινα καροτσάκια τους, υπέφεραν μες στο κρύο και στο ψιλοβρόχι, για να πουλήσουν λίγο πασατέμπο, φιστίκια, ζαχαρωτά, καραμέλες, τσίκλες, σοκολάτες και γλυκά μήλα, βουτηγμένα στο σιρόπι, μαζί με μερικά γιορτινά, χρωματιστά μπαλόνια.
Η πάντα χαμογελαστή Φωτεινή Θαλασσινού και πιο πέρα οι αδελφές Ξυπολιτά οι γνωστές Σατραζάνενες, ενώ πιο κάτω ήταν ο Τάσος ο Χόντρος, με το καροτσάκι του και στην γωνιά της καμάρας, η ηλικιωμένη χαρακτηριστική φιγούρα της ‘Μαεφτήτε’. Κάπου εκεί στα ‘Δελφίνια’ είχε το καροτσάκι του και ο Στέργος ο Καλούδης.
Απέναντι και κάτω από το Μωαμεθανικό Τζαμί, οι λιγοστοί λούστροι, ολημερίς σκυμμένοι πάνω από τα κασελάκια τους, φρόντιζαν να περιποιηθούν τα παπούτσια των περαστικών.
Η Δημοτική Αγορά πολύβουη, θορυβώδης με τους μανάβηδες να φωνάζουν ολόφρεσκα μήλα ή πορτοκάλια και τους ψαράδες να διαλαλούν, τα σπαρταριστά φρέσκα ψάρια. Μερικοί γεωργό-κτηνοτρόφοι, πουλούσαν πουλερικά για το γιορτινό τραπέζι.
Γύρω ήταν γεμάτοι, οι ανδροκρατούμενοι παραδοσιακοί καφενέδες, όπου σερβίριζαν από αχνιστό καφεδάκι μέχρι γιαούρτι και ρυζόγαλο. Ο θόρυβος από το τάβλι και τα χαρτιά, ανακατεύονταν με τις έντονες συζητήσεις, γύρω από τα πολιτικά, τα οικονομικά και το ποδόσφαιρο.
Οι μερακλήδες, έπιναν το ούζο ή το κρασάκι τους, μαζί με τους νόστιμους μεζέδες, στην ταβέρνα του Τουρκομανώλη ή στην απέναντι του Κεφάλα.
Μια γλυκιά γωνιά, αυτή του αξέχαστου ζαχαροπλάστη, Μιχάλη Τσιβρινή, μοσχοβολούσε από την κανέλλα της ζεστής μπουγάτσας και το σιρόπι από το Κώτικο, ολοστρόγγυλο μπακλαβαδάκι. Πρωταγωνιστές, τα σιροπιαστά μελομακάρονα και οι κουραμπιέδες λουσμένοι στην άχνη.
Παραδίπλα στο μοναδικό καπνοπωλείο του Ιωαννίδη, βρισκόταν και το ιστορικό πρακτορείο εφημερίδων, περιοδικών και ολίγων βιβλίων, του αείμνηστου Πάτμιου.
Ο μικρός Φώτης, μαζί με το Ιορδάνη τον συμμαθητή και φίλο του, δεν άφησαν μαγαζί για μαγαζί, που να μην είπαν τα κάλαντα. Ούτε ραφτάδικο, ούτε μπακάλικο σαν του Παρβέρη, ούτε υφασματάδικο σαν του Μπακάλογλου, του Καραντώνη και του Κουνούπη, ούτε ψιλικατζίδικο, σαν του Καματερού και του Ρείση που να μην πάρουν έστω και ένα μισόφραγκο.
Βράδιασε, εκτυφλωτικές αστραπές χάραζαν τον χειμωνιάτικο, μελανό ουρανό και δυνατές βροντές, θα έφερναν γρήγορα τη ξαφνική μπόρα.
Ο μαθητής έπρεπε να προλάβει, ανοιχτό το μοναδικό βιβλιοπωλείο. Μέτρησε χώρια τις τρύπιες δεκάρες και εικοσάρες, χώρια τα πενηνταράκια και τελευταία μερικές αξέχαστες θρυλικές δραχμές.
Μια δραχμή του έλειπε, αλλά δεν παραιτήθηκε.
Το βιβλιοπωλείο ήταν ακόμα ανοιχτό. Έβγαλε και μέτρησε τα ψιλά κέρματα που μοιράσθηκε με το φίλο του και έπειτα ζήτησε από τον Γαληνό, το χοντρό βιβλίο του Παπαδιαμάντη.
Οι εκδόσεις Καμπανά και Αστέρος Παπαδημητρίου, τότε διέθεταν αρκετά αντίγραφα. Ο καλοσυνάτος βιβλιοπώλης, ο αείμνηστος Γαληνός, τύλιξε το βιβλίο και το πρόσφερε στον μαθητή.
-Πάρε του είπε, πες μου μόνο τα κάλαντα. Αυτό είναι ένα δώρο των Χριστουγέννων, για εσένα.
Ο Φώτης έψαλλε τα κάλαντα και έφυγε αφού ευχαρίστησε τον αξέχαστο Δημήτρη Γαληνό, κρατώντας στα χέρια του το πιο όμορφο δώρο.
Ένα βιβλίο, που ήξερε πως αυτό θα τον ταξίδευε ως τα πέρατα του κόσμου.
Θα τον μετέφερε σε δρόμους μαγικούς, θα τον δίδασκε χρήσιμα πράγματα και θα τον μυούσε στην λογοτεχνία, γιατί ο Παπαδιαμάντης είχε την μαγική πέννα της Ελληνικής λογοτεχνίας.
Όσο για την γραφομηχανή, αυτή μπορούσε ακόμη λίγο να περιμένει.
Αυτά τα Χριστούγεννα του Φώτη, θα ήταν ξεχωριστά.
Πολύ αργότερα άνοιξε άλλο ένα βιβλιοπωλείο του Κώστα Μεγρέμη, στην Ιπποκράτους. Έπειτα άνοιξε του Νίκου Θαλασσινού το οποίο με επιτυχία συνεχίζουν τα παιδιά του. Άνοιξε μετέπειτα και το βιβλιοπωλείο του Σπύρου Κλάδη, καθώς και της Μαρίας Σισώη. Ακολούθησαν και άλλα βιβλιοπωλεία στα χωριά μας.
Χριστουγεννιάτικα καταστήματα που διέθεταν εποχιακά στολίδια και δέντρα για τα Χριστούγεννα, ήταν το μαγαζί του Ρείση και αργότερα της Κρυστάλλως Διψελά. Το κατάστημα του Κώστα Δράκου, το κατάστημα του Αδαμάντιου Αδαμαντίδη και σημερινό Σεραφίνο. Επίσης του Αποστόλη Χατζημιχαήλ, στην οδό Κανάρη, καθώς και μερικά που διέθεταν παιχνίδια, όπως του Αναστασίου στην 25Μαρτιου, η Παιχνιδούπολη και το Κουκλόσπιτο. Θα ήταν ιδιαίτερη τιμή, αν οι αγαπητοί αναγνώστες, μας θύμιζαν και μερικά άλλα εποχιακά καταστήματα, και βιβλιοπωλεία, που πρόσφεραν απέραντη χαρά στα παιδιά.
Καλές Γιορτές Ξανθίππη Αγρέλλη